ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ:
ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ, ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ, ΤΑΞΙΔΙ ΜΕ ΤΟΝ ΛΕΟΝΤΑ
Δεῖτε ἐδῶ:β' μέρος
Στή σελ. 19 θεωρεῖ ὅτι κατά Θεία Πρόνοια ἀπελευθερώθηκε ἀπό τόν ἀγνωστικισμό καί τόν ὑλισμό μέσα ἀπό τόν Ἰνδουισμό καί τόν ἀποκρυφισμό καί ἀναφέρεται σέ μεγάλους ἀποκρυφιστές ὅπως ὁ Ἄλαν Βάτς, ἡ Μπλαβάτσκι, ὁ Στάινερ, ὁ Γκουρτζιέφ, ὁ Κρισναμούρτι, ὁ Μαχαρίσι Μάχες Γιόγκι. Διαφημίζονται λοιπόν μεγάλοι ἀποκρυφιστές, ψευδόχριστοι καί ψευδοπροφῆτες ὡς ὠφέλιμοι καί χρήσιμοι. Μάλιστα στήν ἀμέσως ἑπόμενη σελίδα ὁμολογεῖ ὅτι μέσα ἀπό τήν καθημερινή μελέτη τῶν σατανικῶν βιβλίων τῶν προαναφερομένων κατέληξε στό συμπέρασμα, στό ὁποῖο προφανῶς θέλει νά ὁδηγηθεῖ καί ὁ ἀφελής ἀναγνώστης, ὅτι “.. οἱ ἄνθρωποι διαθέτουν λανθάνουσες ἱκανότητες πού ἐκτείνονται πέρα ἀπό τίς πέντε αἰσθήσεις...” καί ὅτι ὑπάρχουν “μετά - ὀρθολογικά στάδια συνειδητότητας...”[13]. Προτρέπεται ὁ ἀναγνώστης λοιπόν μέσα ἀπό τίς πρακτικές τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν νά βρεῖ καί νά ἀξιοποιήσει αὐτές τίς λανθάνουσες δυνατότητες.
Στή σελ. 21 ἐπιτίθεται στό ἱερατεῖο καί, κατ’ ἐπέκταση, στόν Χριστιανισμό λέγοντας ὅτι μέχρι νά γνωρίσει μερικούς, προφανῶς λίγους, κληρικούς κανένας ἄλλος κληρικός ἤ μοναχός δέν τόν εἶχε ἐμπνεύσει.
Στη σελ. 22 μιλᾶ γιά τήν αὔρα τῶν ἁγίων ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ὑποτίθεται ὅτι ἔγινε ἀφορμή γιά νά πλησιάσει ὁ συγγραφέας τήν Ὀρθόδοξη πνευματικότητα καί καταλαβαίνει κανείς πώς δέν βρῆκε τό Φῶς ὁ συγγραφέας ἀφοῦ ὁδηγήθηκε ἀπό τυφλούς.
Στή σελίδα 24 ἐπιτίθεται στούς κάθε λογῆς ὁμολογητές τῆς πίστεως ἀποκαλώντας τους “ὑπερφανατικές μορφές τῆς ὀργανωμένης θρησκείας”, ἐκθειάζει τό καταστροφικό φεμινιστικό κίνημα καί τόν οἰκουμενισμό μιλῶντας γιά “ἀποδοχή ὅλων τῶν ἀνθρώπων χωρίς αὐθαίρετους ἀποκλεισμούς κάποιων ὁμάδων”. Ὅλοι στό ἴδιο καζάνι, ὅλοι μέ ὅλους! Πουθενά ἡ Ἀλήθεια ἀλλά παντοῦ!
Στήν 25 ἀποκαλεῖ τούς ψαλμούς “ἄλλη μορφή διαλογισμοῦ” πού τόν ἐκτοξεύουν σέ ἐπίπεδα βαθιᾶς ἡρεμίας καί γαλήνης. Ὅλοι οἱ ὅροι καί τό περιεχόμενο τους καθαρῶς ἰνδουιστικά.
Στην ἴδια καί στήν ἑπόμενη σελίδα μιλᾶ γιά τό “μάτι τῆς ἐνατένισης”τό ὁποῖο εἶναι “συστηματική καί πειθαρχημένη πνευματική πρακτική, πού ἔχει σκοπό νά ἀνοίξει τίς διαισθητικές καί πνευματικές ἰκανότητες τοῦ προσώπου”καί τό ὁποῖο παρέμεινε ζωντανό πού ἀλλοῦ; Στό Θιβέτ φυσικά. Καί ποιός τό ἀνακάλυψε; Οἱ ὁπαδοί τῆς “Νέας Ἐποχῆς” φυσικά. Καλό λοιπόν τό Θιβέτ, πηγή τοῦ φωτισμοῦ μας, καλή καί ἡ Νέα Ἐποχή. Μπορεῖ κανείς λοιπόν νά μή χαρακτηρίσει τό βιβλίο ἀπολύτως Νεοεποχήτικο καί ἀντιχριστιανικό, ὅταν τό κάνει ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας; Τό χειρότερο ὅμως εἶναι ὁ συγκρητισμός, ὁ ὁποῖος βέβαια εἶναι και ὁ σκοπός συγγραφῆς τοῦ βιβλίου, ἀφοῦ ὁ συγγραφέας πιστεύει ὅτι αὐτό πού ἔγινε στο Θιβέτ καί ἀνακάλυψαν οἱ Νεοεποχῆτες, αὐτό ἀκριβῶς γίνεται στό Ἅγιο Ὄρος. Το Ἅγιο Ὄρος, κατά τόν Μαρκίδη, εἶναι ἤ θά πρέπει νά γίνει ἁπλῶς τό Θιβέτ τῆς Δύσης. Αὐτό φυσικά φαίνεται καί στην 44.
Στά ἑπόμενα κεφάλαια ὁ συγγραφέας γνωρίζει τόν πατέρα Μάξιμο, τόν ὁποῖο ὅμως δέν βλέπει ὡς Ὀρθόδοξο μοναχό. Γιά τόν Μαρκίδη ὁ π. Μάξιμος εἶναι ἕνας ἀκόμα δάσκαλος ἀπό τούς πολλούς πού εἶχε γνωρίσει (σελ.36) κοντά στόν ὁποῖο, ὅπως ἔκανε καί μέ ὅλους τούς ἄλλους μύστες, ἦταν ἕτοιμος νά μάθει νέους, παράλληλους, ὅπως ὁ ἴδιος τούς ἀντιλαμβανόταν, δρόμους γιά πνευματική ἐξύψωση (σελ.32). Ὁ π.Μάξιμος ἦταν ἕνας πραγματικός δάσκαλος, ὁ ὁποῖος “συμβαίνει νά εἶναι χριστιανός”(σελ. 36). Παντοῦ ὑπάρχουν δάσκαλοι, ἀπό πολλούς δρόμους μπορεῖ νά ὁδηγηθεῖ κανείς, σὐμφωνα πάντα μέ τόν συγγραφέα, σέ ἀνώτερα πνευματικά στάδια.
Στή σελίδα 38 ἀλλά καί σέ πάρα πολλές ἄλλες μιλᾶ γιά ἐνέργεια, ἡ ὁποία μετατοπίζεται μέ τήν σκέψη. Μιλᾶ γιά τήν συμπαντική λοιπόν ἐνέργεια.
Στή σελίδα 50 μᾶς ἀναπτύσσει τό πόσο προφητικός ἀποδείχθηκε ἕνας Ἰσραηλινός γκουρού ὁ ὁποῖος προφήτευσε ὅτι ἄν οἱ μοναχοί τοῦ Ὄρους δέν μοιραστοῦν μέ ὅλο τόν κόσμο τή σοφία τους, θά τούς ἀναγκάσει ὁ Θεός νά τό κάνουν. Αὐτός λοιπόν ἦταν καί ὁ λόγος πού ὁ π. Μαξιμος ὑποχρεώθηκε νά ἀφήσει τό Ὄρος γιά νά γίνει ἐπίσκοπος στήν Κύπρο. Θαυμαστό τό σημεῖο! Ὁ σουάμι ἀναγνωρίζει, αὐτό πρέπει ἄρα νά κάνουμε καί ἐμεῖς, τή σοφία τῶν Ἁγιορειτῶν καί τήν ἀξία της γιά τόν κόσμο. Ἀναγνωρίζει στούς ἁγιορεῖτες τούς συναγωνιστές στόν ἀγῶνα γιά καλλιέργεια τοῦ ματιοῦ τῆς ἐνατένισης. Καί ὅλα αὐτά σέ ἄσραμ, ὅπου ὁ συγγραφέας προέβαλε τίς συγκρητιστικές του ἀπόψεις λέγοντας στούς ἀνθρώπους ὅτι ἀνακάλυψε τό δυτικό Θιβέτ.
Στή σελ. 74 ἀποδεικνύεται τό πόσο ἄσχετος καί μακριά ἔμεινε ἀπό τήν Ἐκκλησία ἀποκαλώντας τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας ἱερό ἀντικείμενο πού πιστεύεται, δέν εἶναι σίγουρο, ὅτι ἔχει θαυματουργικές ἰδιότητες.
Στή σελίδα 82 συναντᾶμε ἕνα ἀπό τά πιό ἀνορθόδοξα σημεῖα. Ὁ συγγραφέας εὐθέως ἀποδέχεται ὅλων τῶν εἰδῶν τίς σεξουαλικές σχέσεις “ἀπό τίς πιό χυδαῖες ὡς τίς πιό ὑψηλές” θεωρώντας μάλιστα ὅτι βοηθοῦν τόν ἄνθρωπο νά φτάσει στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί στό Θεῖο ἔρωτα. Πιστεύει ὁ δύσμοιρος ὅτι ἀκόμα καί οἱ πιο χυδαῖες σεξουαλικές σχέσεις εἶναι τύπος καί προτύπωση τοῦ Θείου ἔρωτα. Καθαρός Νικολαιτισμός.
Στή σελίδα 88 προβάλλεται ἡ γερόντισσα Γαβριηλία καί τό βιβλίο “Ἡ ἀσκητική τῆς ἀγάπης”, τό ὁποῖο βοήθησε φυσικά τό συγγραφέα νά παραμείνει στήν πλάνη καί στή σύγχυση Ἐκκλησίας καί Ἰνδουισμοῦ. Τό ἴδιο καί στή σελίδα 90.
Στη σελίδα 107 ὁ συγγραφέας μέ περισσή εἰλικρίνεια ὁμολογεῖ ὅτι σκοπός του εἶναι η συγκριτική μελέτη καί ὄχι ἡ πραγματική ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας. Εὐθέως παραδέχεται ὅτι ἀκούει τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία καί αὐτομάτως τή μετασχηματίζει σέ ἰνδουιστική. Συγκρίνει τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν κάθαρση μέ κοσμικές θεωρίες παραφρόνων στοχαστῶν καί μέ τίς δαιμονικές πλάνες τοῦ Βουδισμοῦ. Στό ἴδιο δέ σημεῖο εὐθαρσῶς ὁμολογεῖ καί τήν ἀντίθεσή του μέ τήν Πίστη τῆς Ἐκκλησίας ὅτι μόνη Αὐτή κατέχει τήν Ἀλήθεια. Στήν ἴδια δέ σελίδα κάνει λόγο καί γιά τόν περίφημο ξαφνικό φωτισμό δηλ. τήν αὐτόματη διαδικασία ὅπου αὐτοστιγμῆς καί χωρίς προσωπική συμμετοχή οἱ ἅγιοι, ὑποτίθεται, ἔφθαναν ἀπό τήν θλίψη στήν χαρά. Γιά τό ἴδιο φαινόμενο γίνεται λόγος καί στήν 111 ὅπου ὑποστηρίζεται ὅτι οἱ ἄνθρωποι θεραπεύονται αὐτομάτως ὅταν ἔρθουν σέ ἐπαφή μέ τήν θεϊκή πραγματικότητα πού βρίσκεται στόν ἐσώτερο ἑαυτό τους. Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, γιά τό συγγραφέα, εἶναι Θεός καί μπορεῖ μέσα ἀπό την ἐπαφή μέ τόν ἐσωτερικό του κόσμο, προφανῶς διά τοῦ διαλογισμοῦ, νά αὐτοπραγματωθεῖ, νά αὐτοθεωθεῖ, νά αὐτοσωθεῖ.
Στήν 123 συγκρίνει τίς Ἱερές εἰκόνες μέ τά διάφορα εἰδωλοποιημένα βοηθήματα τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν καί “ὑποχρεώνει” τόν ἀναγνώστη μέ μαεστρία εἴτε νά δεχθεῖ ὅτι ὄντως οἱ εἰκόνες ἐξυπηρετοῦν τόν ἴδιο σκοπό πού ἐξυπηρετοῦν καί τά εἴδωλα τῶν ἐθνῶν καί ἄρα καί αὐτά δέν εἶναι εἴδωλα ἀλλά εἰκόνες, εἴτε νά παραδεχτεῖ ὅτι οἱ εἰκόνες εἶναι εἴδωλα. Ἡ ἐπίθεση βέβαια αὐτή συνεχίζεται σέ ὅλο τό κεφάλαιο, ὅπου πολλάκις ὑπογραμμίζεται ὅτι οἱ εἰκόνες εἶναι περιττές καί ἐπικίνδυνες νά ὁδηγήσουν σέ εἰδωλολατρεία καί ὅτι καί οἱ εἰκόνες καί οἱ ψαλμοί καί οἱ Λειτουργίες ἀκόμη, εἶναι γιά τούς ἀτελεῖς. Βομβαρδισμός καί κατεδάφιση ὁλοκλήρου τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί ἀναρωτιέται κανείς ποιός εἶναι ὁ τέλειος, ὁ ὁποῖος δέν χρειάζεται πλέον ὅλα αὐτά; Ἡ ἐρώτηση μπορεῖ νά φαντάζει ἀφελής ἀλλά γιά τόν συγγραφέα δέν εἶναι μόνον ὁ Θεός τέλειος ἀλλά ὅλοι μποροῦμε νά φτάσουμε στήν τελειότητα ἀφοῦ ὅλοι εἴμαστε Θεοί. Τελικῶς δέ γιά νά εἶναι βέβαιος ὁ συγγραφέας ὅτι οἱ εἰκόνες εἴτε θά ὑποβιβασθοῦν εἴτε θά ἀλλάξουν περιεχόμενο καταλήγει μέ τήν ἱστορία μιᾶς ἐξαδέλφης του ἡ ὁποία μαθαίνοντας ὅτι ἔπασχε ἀπό λύκο “διοχέτευσε ὅλη της τήν ἐνέργεια στή θεραπεία της”(σελ.129) καί ἔπαιρνε ἐνέργεια ἀπό τήν εἰκόνα πού ζωγράφιζε.
Στήν 134 ἀποδέχεται ἄνευ ὁποιασδήποτε ἀμφισβητήσεως θεραπεῖες διαφόρων μυστῶν καί μιλάει γιά τή “μεσολαβητική προσευχή” τοῦ π. Παϊσίου ἰσοπεδώνωντας, στήν πραγματικότητα, τήν προσευχή τῶν μοναχῶν μέ τίς ἐπικλήσεις καί τόν διαλογισμό τῶν γκουρούδων. Ἡ ἴδια γραμμή βέβαια ἀκολουθεῖται σέ ὅλο τό σχετικό μέ τά θαύματα καί τίς θεραπεῖες κεφάλαιο. Στή σελ. 143 μάλιστα ἀποκαλεῖ σημαντικές τίς παρακάτω θέσεις τοῦ Τζον Ρόσνερ:
· Α) οἱ νεκροί (δική μας ὑπογράμμιση) ἅγιοι ἐμφανίζονται σέ ζωντανούς καί διδάσκουν μέσω αὐτῶν. Ἔτσι μάλιστα διαδόθηκε ὁ χριστιανισμός.
· Β) Οἱ ἀπαρχές τοῦ χριστιανισμοῦ εἶναι σαμανιστικές καί πνευματιστικές, δηλαδή σατανιστικές.
· Γ) ὑπάρχουν ἄνθρωποι “κανάλια” οἱ ὁποῖοι γίνονται οἱ ἐνδιάμεσοι, τά μέντιουμ, μεταξύ τῶν νεκρῶν ἁγίων, τοῦ πνευματικοῦ δηλαδή κόσμου καί τοῦ ὑλικοῦ κόσμου. Καί ὄντως οἱ ἐπισημάνσεις αὐτές εἶναι σημαντικές ὥστε καί ὁ ἀφελέστερος ἀναγνώστης τοῦ Μαρκίδη νά ἀντιληφθεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἰνδουιστής, βουδιστής, πνευματιστής καί καμιά ἀπολύτως σχέση δέν ἔχει μέ τήν Ἐκκλησία.
Στήν 146 δέχεται τήν προύπαρξη τῶν ψυχῶν καί τόν ἀπόλυτο προορισμό, διδασκαλίες καταδικασμένες, ὅπως καί ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ, ἀπό τήν Ἐκκλησία. Βάζει ὅμως ταυτόχρονα τόν ἀναγνώστη μπροστά στό δίλημμα: ἤ προύπαρξη ψυχῶν ἤ προσωποληψία τοῦ Θεοῦ. Πάντως ἡ Ἐκκλησία γιά τόν Μαρκίδη ἔκανε λάθος στήν καταδίκη τοῦ Ὠριγένη καί ἐξακολουθεῖ νά πλανᾶται.
Στήν 150 μιλᾶ γιά τό φαινόμενο τῆς “διθεσίας”, τή δυνατότητα δηλαδή κάποιου νά ἐμφανίζεται σέ δύο σημεῖα ταυτοχρόνως, θεωρώντας το ὡς ἐντελῶς ὀρθόδοξο.
Στήν 162 μιλᾶ γιά θετική καί ἀρνητική ἐνέργεια ἀπορρίπτοντας τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου καί βοηθώντας τον ἔτσι στό μισάνθρωπο ἔργο του.
Στήν 195 δέχεται τήν ἀρχική ἔκρηξη ὡς αἰτία δημιουργίας τοῦ σύμπαντος.
Στήν 196 δέν ἀποδέχεται τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν δημιουργία τοῦ κόσμου ὡς ἀνταποκρινόμενη στήν ἱστορική πραγματικότητα παρά μόνο ὡς συμβολισμό.
Στήν 201 μιλᾶ γενικῶς γιά πνευματική ἀναζήτηση και γιά τήν ἀνάγκη ὕπαρξης διδασκάλου συγχέοντας τήν σχέση μέ τή σχεση πνευματικοῦ - πνευματικοῦ τέκνου.
Στή 217 χρησιμοποιώντας τήν “Ἀσκητική τῆς ἀγάπης”καί τή Γαβριηλία πού, δυστυχῶς, οἱ μοναχές τοῦ συνέστησαν νά διαβάσει, μιλᾶ γιά θεραπευτική ἐπίδραση τῶν δέντρων μέσω τῆς “ἐνέργειας,.
Σέ ὅλο δέ τό 11 κεφάλαιο ἀναπτύσσει καί προσπαθεῖ νά στηρίξει τήν ἄποψη ὅτι μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τάχθηκαν ὑπέρ τῶν θέσεων τοῦ Ὠριγένους γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν πάντων. Ἡ κόλαση γιά τόν Μαρκίδη καί τούς ἀθεολόγητους “θεολόγους” τούς ὁποίους ἐπικαλεῖται δέν εἶναι αἰώνια. Ὅλοι τελικῶς θά γευθοῦν τόν Παράδεισο, ἀφοῦ περάσουν ἕνα στάδιο ἐξαγνισμοῦ καί καθάρσεως, ἀφοῦ πληρώσουν δηλαδή στό καθαρτήριο πῦρ γιά τά ἁμαρτήματα πού σ’ αὐτή τή ζωή διέπραξαν. Δέ διστάζει μάλιστα νά ἐπιτεθεῖ μέ σφοδρότητα στήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας γιά αἰώνια κόλαση, ἔχοντας καθαρῶς εἰρωνική διάθεση καί προτρέποντας πλαγίως ούς πιστούς εἴτε νά δεχθοῦν τήν καταδικασμένη θέση τοῦ Ὠριγένους, εἴτε νά στραφοῦν στίς εὐσπαγχνικώτερες καί βολικώτερες ἀνατολικές θρησκεῖες λέγοντας ὅτι ἡ πίστη αὐτή τῆς Ἐκκλησίας ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στίς ἀνατολικές θρησκεῖες (256). Ὑπαινίσσεται δέ ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν δογμάτισε ἐν Ἁγίω Πνεύματι ἀλλά σύμφωνα μέ τά συμφεροντά της και γι αὐτό δέν δέχθηκε, ὑποτίθεται, τίς θέσεις τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης πού συμφωνοῦν, καί πάλι κατά τόν συγγραφέα καί μόνο, μέ αὐτές τοῦ Ὠριγένους. Δέν ἔχει τήν παραμικρή ἰδέα ὅτι τό δόγμα δέν εἶναι καταστατικό νομικό κείμενο ἀλλά ἡ διατυπωμένη ἀλήθεια και γι αὐτό καί μιλᾶ γιά “διαμόρφωση τοῦ δόγματος” (σελ. 115) στήν ὁποία ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο οἱ ἅγιοι Σπυρίδων καί Ἐπιφάνιος. Μάλιστα δέν παραλείπει καί πάλι νά γκουρουοποιήσει τά πράγματα λέγοντας ὅτι τό πραγματικό νόημα τῶν ἐπιμνημόσυνων δεήσεων εἶναι ἡ ἐπιστροφή μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τῆς πρὀ ἀμνημονεύτων ἐτῶν ἀπομακρυνθείσης ψυχῆς στήν ἀρχική της κατάσταση πού εἶναι ἡ σχέση μέ τό Θεό (σελ.237). Ποιά ψυχή ἀπομακρυνθηκε πρό ἀμνημονεύτων ἐτῶν παρά ἐκείνη πού προϋπάρχει; Στήν ἑπόμενη μάλιστα σελίδα ἐκφράζει τήν ἄποψη ὅτι οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας ἁπλῶς ἱκανοποιοῦν τίς ἀνάγκες τῆς κοινωνίας περιορίζοντας τό ἄγχος καί δίνοντας ἐλπίδες.
Στή σελίδα 262 ἐκθειάζεται τό οἰκουμενιστικό πνεῦμα τῆς μονῆς Βατοπεδίου πού μαζί μέ τήν ἐνασχόληση τῶν μοναχῶν μέ τούς ἠλεκτρονικούς ὑπολογιστές (σελ. 92) καί τή φιλοξενία τοῦ συγγραφέα, ὡς v.i.p, σέ “εὐρύχωρο δωμάτιο με κεντρική θέρμανση, τουαλέτα καί ντούς”(σελ.51) ἀποτελοῦν στοιχεῖα πού ἔρχονται νά προστεθοῦν στήν ἐκκοσμικευμένη εἰκόνα πού ἐσχάτως ἔδωσε ἡ Μονή κατασκανδαλίζοντας τούς πιστούς. Βέβαια, πρός ἀποφυγή παρεξηγήσεων, τονίζουμε ὅτι αὐτήν τήν εἰκόνα δίνει ὁ συγγραφέας καί ἡ ὁποία μπορεῖ, καί τό εὐχόμαστε, νά μήν εἶναι ἡ πραγματική. Μόνον οἱ πατέρες τῆς μονῆς μποροῦν νά ἐπιβεβαιώσουν τά γραφόμενα ὑπό τοῦ Κυριάκου Μαρκίδη. Συγκεκριμένα ὑποστηρίζει ὁ συγγραφέας ὅτι ὁ π. Μάξιμος τοῦ ἐκμυστηρεύθηκε ὅτι φιλοξενήθηκε στή μονή παπικός μοναχός χωρίς νά τό γνωρίζουν οἱ ὑπόλοιποι πατέρες παρά μόνο ὁ ἴδιος καί ὁ ἡγούμενος. Ὁ μοναχός αὐτός ἦταν ἐνδεδυμένος ὡς Ὀρθόδοξος καί συμμετεῖχε κανονικά στή Θεία Λατρεία. Μάλιστα, ὑποτίθεται, ὅτι ὁ π. Πορφύριος εὐλόγησε τόν συγκεκριμένο παπικό μοναχό χωρίς νά τόν ἀπασχολήσει καθόλου τό συγκρητιστικό καί οἰκουμενιστικό πνεῦμα τῆς Μονῆς δίνοντας καί ὁδηγίες γιά τό πῶς θά σωθεῖ τό παπικό του μοναστήρι. Ἡ στάση δέ αὐτη τοῦ π. Πορφυρίου δείχνει κατά τό Μαρκίδη ὅτι “ὁ γέροντας Πορφύριος ἦταν τελείως ἀνοιχτός στό Ἅγιο Πνεῦμα”.
Στό κεφάλαιο 14 ἀναπτύσσοντας τό θέμα τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς τήν ἀποκαλεῖ πνευματική τέχνη πλούσια σέ ἐνέργεια καί ἐκφράζει τήν ἄποψη ὅτι κάθε ἀναζητητής πρέπει νά τήν ἀπαγγέλλει. Λέξεις καί φράσεις πού ἀποδεικνύουν τήν γκουρουιστική ἀντίληψη τῆς προσευχῆς.
Τέλος στή σελίδα 367 παρουσιάζεται ἡ θεωρία τῶν δύο πνευμόνων τῆς ἐκκλησίας, τοῦ ἀνατολικοῦ καί τοῦ δυτικοῦ χριστιανισμοῦ, θέση πού ἀπολύτως ἀποδέχεται ὁ συγγραφέας, ἐνῶ στή 376 ἕνας ζωντανός ἅγιος χαίρεται χαράν μεγάλη γιά τή συγγνώμη τοῦ Πάπα καί ἐπιπλήττει νεαρό , φανατικό προφανῶς καί ἀνώριμο, μοναχό, ὁ ὁποῖος ἐκφράζει ἐπιφυλάξεις. “Ὅταν κάποιος μᾶς ζητᾶ συγχώρηση δέν μποροῦμε παρά νά τόν συγχωρήσουμε, χωρίς ἐνδοιασμούς καί δισταγμούς” λέει ὁ ἅγιος γέροντας.
Μπορεῖ νά ἀκούγεται παράξενο καί ἀστεῖο ὅμως εἶναι πραγματικότητα πέρα γιά πέρα ἀληθινή καί ἀπαλλαγμένη ἀπό κάθε ὑπερβολή ὅτι ὅλα τά παραπάνω σημεῖα εἶναι μερικά καί ὄχι ὅλα ἀπό αὐτά πού θά μπορούσαμε νά ἀναφέρουμε. Τό βιβλίο, τό ὁποῖο συνιστοῦν ἱερεῖς, πωλεῖται σέ ἐκκλησιαστικά βιβλιοπωλεῖα καί προβάλλεται ἀπό ἐκκλησιαστικούς σταθμούς εἶναι γεμάτο ἀπό τέτοιες θέσεις καί ἀπόψεις εἴτε εὐθείς εἴτε συγκεκαλυμμένες. Νομίζουμε ὅμως ὅτι τά παραπάνω εἶναι ὑπεραρκετά γιά νά φανεῖ ἡ πλάνη τοῦ συγγραφέα καί ἡ ἐπικινδυνότητα τοῦ βιβλίου. Συνοψίζοντας ρωτοῦμε ρητορικά πόσο ὀρθόδοξο καί μάλιστα ὠφέλιμο εἶναι ἕνα βιβλίο στό ὁποῖο προβάλλεται ὁ οἰκουμενισμός, συγχέονται ὀρθόδοξες θέσεις μέ ἀνατολικές θρησκεῖες, πολεμοῦνται οἱ Ἱερές εἰκόνες καί ὑποτιμᾶται ὁ πραγματικός σκοπός τῶν μυστηρίων καί τῆς λειτουργικῆς ζωῆς, κατεδαφίζονται δόγματα τῆς Ἐκκλησίας ὅπως αὐτά τῆς αἰωνίου κολάσεως καί τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου ἀπό τόν Θεό καί προβάλλονται καταδικασμένες θέσεις ὅπως τῆς ἀποκατάστασης τῶν πάντων, τῆς προύπαρξης τῶν ψυχῶν καί τῆς ἀρχικῆς ἔκρηξης ὡς αἰτία τοῦ κόσμου, εὐλογοῦνται οἱ πιο χυδαῖες σεξουαλικές σχέσεις ὡς προτύπωση τοῦ Θείου ἔρωτα; Θά ἦταν πολύ πιό ὠφέλιμο, ἄν ὁ συγγραφέας δέν ἔγραφε τό “Ὄρος τῆς Σιωπῆς” ἀλλά σιωποῦσε ὥστε νά μή σκορπᾶ και νά μή μεταδίδει τήν πλάνη του.
συνεχίζεται...
Δεῖτε ὁλόκληρο τό κείμενο: ἐδῶ
[13] σελ. 20
http://www.alopsis.gr/alopsis/Markidhs.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου