ΔΙΩΓΜΟΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ἀπό τό βιβλίο «ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ
ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΙ»
ΤΟΜΟΣ ΤΡΙΤΟΣ
Φοβερός λιμός ἔπληξε τό καλοκαίρι
τοῦ 1921 τήν περιοχή τοῦ Βόλγα. Ὁ Πατριάρχης Μόσχας Τύχων συγκρότησε ἀμέσως
ἐπαρχιακές καί πανρωσικές ἐπιτροπές, πού ἄρχισαν νά κάνουν ἐράνους γιά τούς
πεινασμένους. Ἄν ὅμως τό κράτος ἐπέτρεπε στήν ἐκκλησία νά προσφέρει βοήθεια
στούς πεινασμένους τρέφοντάς τους μέ τό χέρι Της, αὐτό θά «ὑπονόμευε» τή
δικτατορία τοῦ προλεταριάτου. Ἀπαγόρευσαν λοιπόν τίς ἐπιτροπές καί κατέσχεσαν
τά χρήματα ὑπέρ τοῦ δημόσιου ταμείου.
Ὁ Πατριάρχης ἀποτάθηκε γιά βοήθεια στόν πάπα
τῆς Ρώμης καί στόν ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Καντέρμπουρυ. Καί ἀπ’ αὐτό τόν ἐμπόδισαν,
ἐξηγώντας του πώς μόνο ἡ σοβιετική ἐξουσία μπορεῖ νά κάνει διαπραγματεύσεις μέ
ξένους. Ἄλλωστε, ἰσχυρίστηκαν, δέν ὑπάρχει κανένας λόγος ἀνησυχίας. Ὅπως
ἔγραψαν οἱ ἐφημερίδες, τό κράτος ἔχει ὅλα τά μέσα γιά νά ἀντιμετώπισει μόνο του
τό λιμό.
Στό μεταξύ στήν περιοχή τοῦ Βόλγα οἱ ἄνθρωποι
ἔτρωγαν χορτάρια καί σόλες καί ροκάνιζαν τά ξύλινα πλαίσια ἀπό τίς πόρτες. Τελικά,
τόν Δεκέμβριο τοῦ 1921 ἡ Πομγκόλ (κρατική ἐπιτροπή βοήθειας τῶν πεινασμένων)
ἔκανε τήν ἑξῆς πρόταση στήν Ἐκκλησία: Νά προσφέρει στούς πεινασμένους τά
τιμαλφῆ τῶν ἐκκλησιῶν, ὄχι ὅλα, ἀλλά ἐκεῖνα πού δέν χρειάζονταν γιά λειτουργική
χρήση. Ὁ Πατριάρχης συμφώνησε, καί ἡ Πομγκόλ συνέταξε τίς ὁδηγίες: «Ὅλες οἱ
δωρεές πρέπει νά γίνονται μόνο ἐθελοντικά…».
Στίς 19 Φεβρουαρίου 1922 ὁ Πατριάρχης ἔστειλε
στίς ἐκκλησίες μία ἐπιστολή μέ τήν ὁποία ἐπέτρεπε στά ἐνοριακά συμβούλια νά
θυσιάζουν ἀντικείμενα πού δέν ἦταν ἀπαραίτητα γιά τήν ἄσκηση τῆς λατρείας.
Ὅμως στίς 26 Φεβρουαρίου δημοσιεύεται ἕνα
ληστρικό διάταγμα τῆς Πανρωσικῆς Κεντρικῆς Ἐκτελεστικῆς Ἐπιτροπῆς: «Νά
ἀφαιρεθοῦν ἀπό τούς ναούς ὅλα τά τιμαλφῆ γιά τούς πεινασμένους…».
Ὁ Πατριάρχης διαμαρτυρήθηκε στόν πρωθυπουργό
Καλίνιν, ἀλλά ἐκεῖνος δέν ἀπάντησε. Τότε στίς 28 Φεβρουαρίου, ὁ Πατριάρχης
συνέταξε μία καινούργια, μοιραία ἐπιστολή: «… Κατά τήν ἄποψη τῆς Ἐκκλησίας, μία
τέτοια πράξη εἶναι ἱεροσυλία καί δέν μποροῦμε νά ἐγκρίνουμε τίς κατασχέσεις…».
Ἡ ἐπιστολή αὐτή, πού ἀποτελοῦσε κόλαφο
ἐναντίον τῆς σοβιετικῆς κυβερνήσεως, ξεσήκωσε μία δυσφημιστική ἐναντίον του
ἐκστρατεία στίς κρατικές ἐφημερίδες. Δημιουργήθηκαν ἀντιδράσεις καί
συγκρούσεις, μέ συνέπεια τήν ἐκκλησιαστική δίκη τῆς Μόσχας (26 Ἀπριλίου – 7
Μαιου 1922).
Ἡ δίκη ἔγινε στό πολυτεχνικό μουσεῖο. Πρόεδρος
Μπέκ, εἰσαγγελεῖς Λούνιν καί Λονγκίνωφ, δεκαεπτά κατηγορούμενοι, πρωθιερεῖς καί
λαϊκοί. Κατηγορία: Διάδοση τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Πατριάρχη. Αὐτή ἡ κατηγορία εἶναι πιό
βαριά καί ἀπό τήν παράδοση ἤ τή μή παράδοση τῶν τιμαλφῶν. Ὁ πρωθιερέας Α. Ν.
Ζαρζιέρσκι, παραδείγματος χάριν, εἶχε παραδώσει ὅλα τά τιμαλφῆ τοῦ ναοῦ του,
ἀλλά ὑποστήριζε τήν ἐπιστολή τοῦ Πατριάρχη, θεωρώντας ἱεροσυλία τή βίαιη
κατάσχεση τῶν τιμαλφῶν. Ἔγινε λοιπόν ἡ κεντρική μορφή τῆς δίκης καί θά
τουφεκιστεῖ!
Στίς 5 Μαῒου καλεῖται μάρτυς στό δικαστήριο ὁ
ἴδιος ὁ Πατριάρχης Τύχων. Πάρ’ ὅλο πού τό κοινό εἶναι διαλεγμένο, ὅταν μπαίνει
στήν αἴθουσα, περισσότεροι ἀπό τούς μισούς παρόντες σηκώνονται γιά νά δεχθοῦν
τήν εὐλογία του.
Ὁ Πατριάρχης παίρνει πάνω του ὅλη τήν εὐθύνη
γιά τή σύνταξη καί τή διάδοση τῆς ἐπιστολῆς.
Πρόεδρος: Μά αὐτό
εἶναι ἀδύνατον! Πῶς μπορεῖ νά γράψατε μέ τό χέρι σας ὅλες αὐτές τίς γραμμές;
Ἀσφαλῶς ἐσεῖς μόνο ὑπογράψατε. Ποιός τήν
ἔγραψε; Ποιοί ἦταν οἱ σύμβουλοί σας; Καί ἔπειτα, γιατί ἀναφέρατε τήν
ἐκστρατεία τῶν ἐφημερίδων ἐναντίον σας; Τί θέλατε νά πεῖτε μ’ αὐτό;
Πατριάρχης: Αὐτή τήν ἐρώτηση πρέπει νά τήν
κάνετε σέ κείνους πού ἄρχισαν τήν ἐκστρατεία. Σέ τί ἀποβλέπουν;
Πρόεδρος: Αὐτό δέν ἔχει ὅμως καμμία σχέση μέ τή θρησκεία!
Πατριάρχης: Ἔχει ἱστορική σημασία.
Πρόεδρος: Χρησιμοποιήσατε τήν ἔκφραση πώς ἐνῶ κάνατε διαπραγματεύσεις μέ
τήν Πομγκόλ, δημοσιεύθηκε τό διάταγμα πίσω ἀπό τήν πλάτη σας;
Πατριάρχης: Ναί.
Πρόεδρος: Ἔχετε λοιπόν τή γνώμη πώς ἡ σοβιετική ἐξουσία δέν ἔπραξε σωστά;
(Συντριπτική
ἐρώτηση! Τήν ἐπαναλαμβάνουν ἐκατομμύρια φορές τίς νύχτες, στά γραφεῖα τῶν
ἀνακριτῶν! Κανείς ὅμως δέν τόλμησε πότε νά ἀπάντησει ἔτσι ἁπλά: )
Πατριάρχης: Ναί.
Πρόεδρος: Θεωρεῖτε τούς ἰσχύοντες νόμους στό κράτος ἀναγκαστικούς (ἐννοεῖ
ὑποχρεωτικούς καί σεβαστούς) γιά σᾶς, ἤ ὄχι;
Πατριάρχης: Ναί, τούς θεωρῶ ἀναγκαστικούς (ἐννοεῖ
ὑποχρεωτικούς καί σεβαστούς), ὅταν δέν ἀντιτίθενται στούς κανόνες τῆς εὐσέβειας.
(Θά
ἔπρεπε νά ἀπαντοῦν ὅλοι ἔτσι! Τότε θά ἦταν διαφορετική ἡ ἱστορία μας!)
Ἀκολουθεῖ συζήτηση γιά τούς
κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Πατριάρχης διευκρινίζει: Ἄν ἡ Ἐκκλησία παραδίδει μόνη
της τά τιμαλφῆ, δέν ὑπάρχει ἱεροσυλία. Ἄν ὅμως τῆς τά παίρνουν χωρίς τή θέλησή
της, αὐτό εἶναι ἱεροσυλία. Ἡ ἐπιστολή δέν λέει νά μήν παραδοθοῦν καθόλου τά
τιμαλφῆ, ἀλλά καταδικάζει μόνο τήν ἀφαίρεσή τους ἀπό τήν Ἐκκλησία παρά τή θέλησή
της.
Κατήγορος:
Ἑπομένως ἐμεῖς, οἱ ἐκπρόσωποι τῆς σοβιετικῆς ἐξουσίας, εἴμαστε κλέφτες τῶν
ἱερῶν ἀντικείμενων;
(Παρατεταμένη
φασαρία στήν αἴθουσα, Διακοπή).
Κατήγορος: Ἀποκαλεῖτε κλεφτές τούς
ἀντιπροσώπους τῆς σοβιετικῆς ἐξουσίας, τήν Πανρωσική Κεντρική Ἐκτελεστική
Ἐπιτροπή;
Πατριάρχης: Ἀναφέρω μόνο τούς κανόνες.
Ἔπειτα συζητεῖται ὁ ὅρος «βεβήλωση». Ὅταν οἱ κρατικοί ὑπάλληλοι
ἀφαίρεσαν τή χρυσή ἐπένδυση τῆς εἰκόνας ἀπό τήν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Βασίλειου
τῆς Καισαρείας, ἐπειδή δέν χωροῦσε στό κασόνι, τήν πάτησαν μέ τά πόδια. Ἦταν
ὅμως ὁ ἴδιος ὁ Πατριάρχης ἐκεῖ;
Κατήγορος: Ποῦ τό ξέρετε; Πέστε μας τό ὄνομα τοῦ παπᾶ πού σᾶς τό
εἶπε!
Ὁ Πατριάρχης δέν τό λέει.
Ἀρνεῖται νά καταδώσει τούς ἀγωνιστές ἱερεῖς.
Ὁ κατήγορος τόν πιέζει θριαμβεύοντας: Ἐμπρός,
πέστε μας, ποιός διέδωσε αὐτή τή σιχαμερή συκοφαντία;
Πρόεδρος: Πέστε μας τά ὀνόματα αὐτῶν πού ποδοπάτησαν τήν ἐπένδυση τῆς
εἰκόνας. Ἀλλιῶς τό δικαστήριο δέν μπορεῖ νά σᾶς πιστέψει!
Ὁ Πατριάρχης δέν μπορεῖ νά πεῖ
τά ὀνόματα.
Τό δικαστήριο ἀποφασίζει νά ἀσκηθῆ
ποινική δίωξη ἐναντίον του μέ τήν κατηγορία τῆς ἀντισοβιετικῆς προπαγάνδας.
Ἔπειτα ἀπό μία βδομάδα τόν συλλαμβάνουν καί τόν φυλακίζουν.
Στίς 7 Μαῒου βγάζουν τήν
ἀπόφαση τῆς δίκης: Ἀπό τούς δεκαεπτά κατηγορούμενους οἱ ἕνδεκα καταδικάζονται
σέ θάνατο. Θά τουφεκιστοῦν τελικά πέντε.
(Ἀρχιπέλαγος Γκουλάγκ)
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου