ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ( Ιω. δ΄,5-42),Μέρος δ΄
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ,
ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΕ ΤΗ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΑ [Μέρος Τέταρτο: υπομνηματισμός των χωρίων Ιω.4,28-42]
(Επιλεγμένα αποσπάσματα από τις ομιλίες ΛΔ΄και ΛΕ΄από το Υπόμνημα του Ιερού Χρυσοστόμου στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο )
«Ἀφῆκεν οὖν τὴν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνὴ καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ λέγει τοῖς ἀνθρώποις· δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὃς εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός;(:Η δε γυναίκα άφησε από τη μεγάλη της συγκίνηση την στάμνα της στο πηγάδι και έφυγε για την πόλη, όπου και είπε στους ανθρώπους: ’’ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο, ο οποίος μου είπε όλα όσα έχω κάνει. Μήπως αυτός είναι ο Χριστός;)»[Ιω.4,28].
Χρειαζόμαστε μεγάλη θερμότητα και άγρυπνο ζήλο, διότι χωρίς αυτόν δεν είναι δυνατόν να αποκτήσουμε τα αγαθά που έχουν εξαγγελθεί για εμάς. Και για να δείξει αυτό ο Χριστός άλλοτε μεν λέγει: «καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος(:και όποιος δεν παίρνει τη σταθερή απόφαση να υποστεί κάθε ταλαιπωρία και σταυρικό ακόμη θάνατο για την πίστη του σε εμένα και δε με ακολουθεί ως αρχηγό και υπόδειγμά του, δεν είναι άξιος για εμένα)»[Ματθ. 10,38]· και άλλοτε: «Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη!(: Ήρθα να βάλω φωτιά στη γη, φλογερό ζήλο και ενθουσιασμό στις καρδιές των καλοπροαίρετων, ο οποίος όμως ζήλος θα ανάψει στους κακοπροαίρετους πυρκαγιά μίσους εναντίον εμένα και των οπαδών μου. Και τι άλλο θέλω, εάν τώρα έχει πλέον ανάψει αυτή η φωτιά!)»[Λουκ.12,49] Και με τις δύο αυτές παραβολικές εκφράσεις θέλει να μας παρουσιάσει τον διακαή και φλογερό μαθητή, ο οποίος είναι έτοιμος για κάθε κίνδυνο. Παρόμοια λοιπόν ήταν και η γυναίκα αυτή. Διότι τόσο πολύ διακαής ενθουσιασμός την κατέλαβε από τα λεχθέντα, ώστε και τη στάμνα να αφήσει και τον σκοπό για τον οποίο ήλθε και να τρέξει στην πόλη και να προσκαλέσει όλους τους ανθρώπους προς τον Ιησού. «Ελάτε», λέγει, «να δείτε έναν άνθρωπο, ο οποίος μου είπε όλα όσα έκανα».
Κοίταξε ζήλο και σύνεση. Ήλθε να βγάλει νερό και επειδή συνάντησε την αληθινή πηγή περιφρόνησε πλέον την αισθητή. Έτσι μας διδάσκει, έστω και με μικρό παράδειγμα, να αδιαφορούμε για τα βιοτικά και να μη φροντίζουμε καθόλου για αυτά, όταν πρόκειται να ακούσουμε την πνευματική διδασκαλία. Διότι εκείνο που έκαναν οι απόστολοι, το έκανε και αυτή σε μεγαλύτερο μάλιστα βαθμό. Εκείνοι μεν, αφού κλήθηκαν από τον Χριστό, άφησαν τα δίκτυα, ενώ αυτή από μόνη της αφήνει τη στάμνα, χωρίς να της το ζητήσει κανείς, και κάνει έργο Ευαγγελιστών, επειδή η ανεκλάλητή της χαρά τής έδωσε φτερά. Και δεν προσκαλεί ένα ή δύο πρόσωπα, όπως έκαναν ο Ανδρέας και ο Φίλιππος, αλλά αφού ξεσήκωσε πόλη ολόκληρη και τόσο πολύ κόσμο,έτσι τους οδήγησε προς τον Ιησού.
Και πρόσεξε με πόση σύνεση ομιλεί. Δεν είπε δηλαδή, ‘’ελάτε να δείτε τον Χριστό’’, αλλά με τον κατάλληλο τρόπο, όπως την προσείλκυσε ο Χριστός, προσκαλεί και αυτή τους ανθρώπους. Διότι λέγει : «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο,ο οποίος μου είπε όλα όσα έκανα». Μπορούσε βέβαια να ομιλήσει διαφορετικά και να πει «Ελάτε να δείτε έναν προφήτη», αλλά όταν πυρωθεί μία ψυχή από το θείο πυρ, δεν προσέχει πλέον τίποτε το γήινο, ούτε τη δόξα ούτε την αισχύνη, αλλά είναι εξ ολοκλήρου αφοσιωμένη στη φλόγα που την κατέχει.
«Μήπως είναι αυτός ο Χριστός;». Κοίταξε πάλι τη μεγάλη σοφία της γυναικός.Ούτε μίλησε σαφώς, ούτε και σιώπησε. Διότι ήθελε να μην προσελκύσει τους συνανθρώπους της με τη δική της απόφαση, αλλά με την ακρόαση του Κυρίου να τους καταστήσει κοινωνούς της αποφάσεως αυτής, πράγμα που έκανε περισσότερο ευπρόσδεκτο τον λόγο. Αν και δεν της αποκάλυψε ολόκληρη τη ζωή της, εντούτοις από τα λεχθέντα πείστηκε και για τα άλλα. Και δεν τους είπε «ελάτε να πιστέψετε», αλλά «ελάτε να δείτε», το οποίο ήταν ελαφρότερο από το πρώτο και περισσότερο τους προσείλκυε.
Βλέπεις τη σοφία της γυναικός; Διότι γνώριζε, το γνώριζε καλά ότι όταν θα γεύονταν από την Πηγή εκείνη, θα πάθαιναν το ίδιο με αυτήν. Αν και σε περίπτωση που στη θέση της θα ήταν κάποιος άλλη με μεγαλύτερη πνευματική ακαμψία, θα απέκρυπτε το παράπτωμά της, ενώ αυτή διαπομπεύει τη ζωή της και αποκαλύπτει τον Κύριο σε όλους, με σκοπό να σαγηνεύσει και να προσελκύσει τους πάντες.
«Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ ἠρώτων αὐτὸν οἱ μαθηταὶ λέγοντες· ῥαββί, φάγε(: Στο μεταξύ οι μαθητές παρακαλούσαν τον Διδάσκαλο και έλεγαν: ‘’Διδάσκαλε, φάγε’’)»[Ιω.4,31]. Το ρήμα «ἠρώτων» εδώ σημαίνει «παρακαλούσαν» στην τοπική διάλεκτό τους. Επειδή δηλαδή Τον έβλεπαν κουρασμένο από την οδοιπορία και από την επικρατούσα ζέστη, Τον παρακαλούσαν να φάει κάτι. Το ότι Τον παρακαλούσαν να λάβει τροφή δεν ήταν βέβαια ένδειξη αδιακρισίας και απερίσκεπτης παρορμητικότητας, αλλά ένδειξη στοργής προς τον Διδάσκαλο.
Τι απάντησε λοιπόν ο Χριστός; «ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε(:Αυτός όμως, απορροφημένος από το υψηλό πνευματικό έργο Του και αδιάφορος για την υλική τροφή, τους είπε: ’’εγώ έχω φαγητό να φάγω,που εσείς δεν το ξέρετε’’.)»[Ιω.4,32]. «ἔλεγον οὖν οἱ μαθηταὶ πρὸς ἀλλήλους· μή τις ἤνεγκεν αὐτῷ φαγεῖν;(:Έλεγαν τότε μεταξύ τους οι μαθητές: ‘’μήπως Του έφερε κανείς να φάει;’’)»[Ιω.4,33]. Γιατί λοιπόν εκπλήττεσαι, επειδή η γυναίκα, όταν άκουσε για νερό, νόμιζε ακόμη ότι της ομιλεί για το φυσικό νερό, όταν βέβαια οι μαθητές παθαίνουν τα ίδια ακόμη και δεν αντιλαμβάνονται μέχρι τώρα τίποτε το πνευματικό, αλλά βρίσκονται σε απορία, αποδίδουν όμως στον Διδάσκαλό τους τον συνήθη σεβασμό και τιμή συζητώντας μεταξύ τους, χωρίς να Τον ρωτήσουν; Το ίδιο κάνουν και σε άλλες περιπτώσεις, που αισθάνονται την επιθυμία να Τον ρωτήσουν, αλλά δεν Τον ρωτούν.
Και ο Χριστός τι κάνει; Τους λέγει: «ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον(: Δική μου πολυτιμότατη τροφή είναι να πράττω το θέλημα Εκείνου, ο οποίος με έστειλε και να αποπερατώσω στον τέλειο βαθμό και με τον τέλειο τρόπο το έργο Του, δηλαδή τη σωτηρία των ανθρώπων)»[Ιω.4,34]. Τη σωτηρία των ανθρώπων την ονόμασε εδώ «βρῶσιν», για να δείξει το μέγεθος του ενδιαφέροντός Του για εμάς. Διότι όπως ακριβώς σε εμάς είναι ποθητό το φαγητό, έτσι και για Αυτόν η σωτηρία μας.
Άκουσε λοιπόν με ποιον τρόπο σε κάθε περίπτωση δεν αποκαλύπτει εύκολα και αμέσως τα πάντα, αλλά κατά πρώτον εμβάλλει σε απορία τον ακροατή, ώστε, αφού αρχίσει να αναζητεί τη σημασία αυτού που ειπώθηκε, στη συνέχεια, βρισκόμενος σε κατάσταση απορίας και κοπιώδους προβληματισμού, να δεχθεί με μεγαλύτερη προθυμία τη λύση του ζητουμένου και να δείξει περισσότερο ενδιαφέρον για την ακρόαση. Πραγματικά γιατί δεν τους είπε ευθέως «Δική μου τροφή είναι να πράττω το θέλημα του Πατρός μου»;-μολονότι και αυτό δεν ήταν σαφές, αλλά οπωσδήποτε ήταν σαφέστερο του προηγουμένου- αλλά τι είπε; «Εγώ», λέγει, «έχω τροφή να φάγω, την οποία εσείς δεν γνωρίζετε». Προηγουμένως δηλαδή, όπως είπα, με την απορία επιθυμεί να τους καταστήσει περισσότερο προσεκτικούς και να τους συνηθίσει να ακούνε τα λεγόμενα και διαμέσου παρόμοιων αινιγματικών εκφράσεων.
Ποιο είναι λοιπόν το θέλημα του Πατρός; Το λέγει στη συνέχεια και το επεξηγεί: «οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη(: Δε λέτε εσείς ότι τετράμηνος είναι ακόμη και ο θερισμός έρχεται; Εκτός όμως από τον υλικό θερισμό, υπάρχει και ο πνευματικός. Ιδού σας λέγω, σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε τους Σαμαρείτες που έρχονται και τις άλλες χώρες και θα δείτε ότι είναι έτοιμοι πλέον για τον θερισμό, όπως όταν από πράσινα σιτηρά ωριμάσουν και φαίνονται λευκά τα στάχυα, είναι έτοιμα για θερισμό)»[Ιω.4, 36] .
Να λοιπόν που πάλι με τις συνηθισμένες λέξεις τούς εξυψώνει στην κατανόηση των μεγίστων ζητημάτων. Διότι, όταν είπε «τροφή», τίποτε άλλο δεν δήλωσε, παρά τη σωτηρία των ανθρώπων, που επρόκειτο σε λίγο να έρθουν[δηλαδή των Σαμαρειτών που πήγαινε να προσκαλέσει η γυναίκα εν τω μεταξύ για να γνωρίσουν και εκείνοι τον Μεσσία]. Επίσης η «χώρα» και ο «θερισμός» το ίδιο φανερώνουν, το πλήθος των ψυχών δηλαδή, οι οποίες είναι έτοιμες για να δεχθούν σε λίγο το κήρυγμα. Επίσης, με τη λέξη «ὀφθαλμοὺς» εδώ εννοεί και τους νοερούς και τους σωματικούς. Διότι έβλεπαν πλέον το πλήθος των Σαμαρειτών να έρχεται· επίσης, την ετοιμότητα της διαθέσεως και την καλή προαίρεση των Σαμαρειτών την ονομάζει «χωράφια» που είναι λευκά. Δηλαδή όπως ακριβώς τα στάχυα, όταν γίνουν λευκά, είναι έτοιμα για το θερισμό, ομοιοτρόπως τώρα και αυτοί, λέγει, είναι προετοιμασμένοι και πρόθυμοι για σωτηρία.
Και γιατί δεν τους είπε καθαρά ότι έρχονται οι άνθρωποι να πιστέψουν και είναι έτοιμοι να αποδεχθούν τον λόγο της σωτηρίας, επειδή κατηχήθηκαν από τους προφήτες και τώρα δίδουν τον καρπό της πνευματική σποράς, αλλά τους ονόμασε «χωράφια» και μίλησε για «θερισμό»; Τι επιδιώκει ο Κύριος με αυτά τα σχήματα του λόγου; Διότι όχι μόνο εδώ, αλλά και σε όλο το Ευαγγέλιο πράττει το ίδιο. Επίσης και οι προφήτες χρησιμοποιούν τον ίδιο τρόπο διδασκαλίας και πολλά λένε με μεταφορική σημασία. Ποια είναι η αιτία αυτού λοιπόν; Διότι η χάρη του Αγίου Πνεύματος δεν όρισε αυτόν τον τρόπο διδασκαλίας χωρίς αιτία. Αλλά για ποιο λόγο και προς ποιο σκοπό; Για δύο λόγους. Ο ένας είναι για να καταστήσει περισσότερο εμφαντικό και παραστατικό τον λόγο και να γίνουν περισσότερο κατανοητά τα λεγόμενα. Διότι ο νους, όταν συναντήσει εικόνα των πραγμάτων με τις γνωστές και συνήθεις λέξεις διατυπωμένη, διεγείρεται περισσότερο και όπως να βλέπει τα πράγματα σε πίνακα ζωγραφικής, σαγηνεύεται πολύ από αυτά. Αυτός είναι ο ένας λόγος. Ο δεύτερος είναι να κάνει θελκτικότερη τη διήγηση και να διατηρηθεί μονιμότερη η μνήμη των όσων λέγονται. Διότι πραγματικά δεν αιχμαλωτίζει και δεν καθοδηγεί τόσο τους περισσότερους ακροατές μία γνώμη, όσο η διήγηση που γίνεται με βάση τα πράγματα, καθώς και η απεικόνιση των όσων εκ πείρας γνωρίζουμε. Αυτό μπορούμε να το δούμε να γίνεται με μεγάλη σοφία στις παραβολές.
«καὶ ὁ θερίζων μισθὸν λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἵνα καὶ ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρῃ καὶ ὁ θερίζων(: Και εκείνος, που θερίζει στον πνευματικό αυτόν αγρό, παίρνει τον μισθό του και χαίρεται, διότι προσκαλεί και συγκεντρώνει τους ανθρώπους για την αιώνια ζωή. Έτσι και στην πνευματική καλλιέργεια και εκείνος που σπείρει, δηλαδή εγώ, χαίρεται, όπως επίσης χαίρεστε και εσείς που θα θερίσετε)»[Ιω.4,36]. Διότι ο καρπός του επίγειου θερισμού δε γίνεται για την αιώνια ζωή αλλά προορίζεται για την εδώ πρόσκαιρη ζωή, ενώ ο πνευματικός για την αγέραστη και αθάνατη ζωή.
Βλέπεις ότι οι λέξεις είναι αντιληπτές με τις αισθήσεις, τα νοήματα όμως είναι πνευματικά και ότι με αυτές τις λέξεις ξεχωρίζει τα γήινα από τα ουράνια; Εκείνο δηλαδή που έκανε με το νερό, συζητώντας με τη Σαμαρείτιδα και ανέφερε το χαρακτηριστικό του γνώρισμα, όταν είπε «όποιος πίνει από το νερό αυτό, δε θα διψάσει», το ίδιο κάνει και στην προκειμένη περίπτωση, όταν λέγει ότι ο καρπός αυτός συγκεντρώνεται για τη ζωή την αιώνια.
«Για να χαίρονται ταυτόχρονα μαζί και αυτός που σπέρνει και αυτός που θερίζει». Ποιος είναι αυτός που σπέρνει και ποιος είναι αυτός που θερίζει; Οι προφήτες ήταν αυτοί που έσπειραν, δεν θέρισαν όμως αυτοί, αλλά οι Απόστολοι. Και όμως εξαιτίας αυτού δε στερήθηκαν την ευχαρίστηση και την αμοιβή των κόπων τους, αλλά ευχαριστούνται και χαίρονται μαζί μας, έστω και αν δε θερίζουν μαζί με εμάς. Διότι ο θερισμός δεν είναι η ίδια εργασία με τη σπορά. Όπου δηλαδή ο κόπος είναι λιγότερος και μεγαλύτερη η ευχαρίστηση, για το έργο αυτό σάς διατήρησα και σας όρισα, όχι για τη σπορά. Διότι σε αυτήν την εργασία απαιτείται μεγάλη ταλαιπωρία και κόπος· ενώ στο θερισμό η μεν συγκομιδή είναι άφθονη, ο δε κόπος όχι τόσο πολύς, αλλά και η ευκολία μεγαλύτερη.
Στην προκειμένη περίπτωση, με όσα λέγει, θέλει να δείξει ότι και των προφητών το θέλημα αυτό ήταν, να έλθουν δηλαδή οι άνθρωποι κοντά Μου. Αυτό άλλωστε το προετοίμαζε και ο νόμος. Για τούτο και έσπειραν, για να παραχθεί αυτός ο καρπός. Φανερώνει ότι και εκείνους Αυτός τους απέστειλε και ότι η συγγένεια της Καινής Διαθήκης με την Παλαιά είναι μεγάλη και με την παραβολή αυτή έφερε τα πάντα σε στενή σχέση.
Ανέφερε επίσης και μία παροιμία που ήταν σε μεγάλη χρήση: «ἐν γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἀληθινός, ὅτι ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων(:Και στην περίσταση αυτή εφαρμόζεται η αληθινή παροιμία, που λέγει ότι άλλος έχει σπείρει και άλλος θερίζει. Εγώ έσπειρα, εσείς και οι διάδοχοί σας θα θερίσετε)»[Ιω.4,37].Αυτά τα έλεγαν οι άνθρωποι, όσες φορές άλλοι υφίσταντο τους κόπους και άλλοι απολάμβαναν τους καρπούς και λέγει η παροιμία αυτή εφαρμόζεται επακριβώς σε αυτούς. Διότι κοπίασαν μεν οι προφήτες, εσείς όμως τους καρπούς, που θα παραχθούν από τους κόπους εκείνων, θα δρέψετε. Και δεν είπε, τους μισθούς-διότι και εκείνων ο πολύς κόπος δεν ήταν άμισθος-αλλά τους «καρπούς»· το ίδιο έκανε και ο Δανιήλ. Πραγματικά και αυτός χρησιμοποίησε παροιμία που έλεγε: «καθὼς λέγεται ἡ παραβολὴ ἡ ἀρχαία· ἐξ ἀνόμων ἐξελεύσεται πλημμέλεια· καὶ ἡ χείρ μου οὐκ ἔσται ἐπὶ σέ(:Όπως λέγει και κάποια αρχαία παροιμία: Από τους κακούς προέρχεται ως καρπός η κακία. Όμως εγώ δε θα απλώσω το χέρι πάνω σου)»[ Α΄Βασ.24,14].Επίσης και ο Δαβίδ στον θρήνο του θυμάται ανάλογη παροιμία.
Γι' αυτό πρόφθασε ο Κύριος και είπε: «Για να χαίρονται μαζί και αυτός που σπέρνει και αυτός που θερίζει». Επειδή δηλαδή επρόκειτο να τους πει, ότι άλλος έσπειρε και άλλος θερίζει, για να μη σχηματίσει κανείς την εντύπωση, όπως είπα, ότι οι προφήτες έχουν στερηθεί τον μισθό τους, λέγει κάτι το νέο και το παράδοξο, το οποίο δε συμβαίνει στα υλικά και αισθητά πράγματα, αλλά χαρακτηρίζει ιδιαίτερα τα πνευματικά. Διότι στα πράγματα που υποπίπτουν στις αισθήσεις μας, εάν συμβεί άλλος να σπείρει και άλλος να θερίσει, όχι μόνο δε χαίρονται μαζί του και όσοι έσπειραν, αλλά και αγανακτούν, επειδή κοπίασαν για άλλους και μόνο όσοι θερίζουν χαίρονται. Στα πνευματικά όμως θέματα δεν είναι το ίδιο, αλλά και όσοι δε θερίζουν εκείνα που έσπειραν, χαίρονται εξίσου με αυτούς που θερίζουν. Συνεπώς είναι φανερό ότι και αυτοί συμμετέχουν στην αμοιβή.
«ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε(:Εγώ σας έστειλα για να θερίσετε εκείνο για το οποίο εσείς δεν έχετε κοπιάσει. Άλλοι, εγώ και οι προφήτες πριν από εμένα,κοπίασαν, και εσείς έχετε εισέλθει στους κόπους τους, για να θερίσετε)»[Ιω.4,38]. Με όσα λέγει τους δίνει περισσότερο θάρρος. Επειδή δηλαδή εθεωρείτο ότι είναι επίπονο έργο το να περιέλθουν την οικουμένη και να κηρύξουν το Ευαγγέλιο, τους αποδεικνύει ότι είναι και εύκολο. Διότι το πάρα πολύ επίπονο ήταν εκείνο, το οποίο και απαιτούσε πολύ κόπο, το να πραγματοποιηθεί δηλαδή η σπορά και να οδηγηθεί σε θεογνωσία η αμύητη ψυχή.
Αλλά με ποιο σκοπό τα λέγει αυτά; Για να μην πανικοβάλλονται, όταν θα τους απέστελλε στο κήρυγμα, με την ιδέα ότι αποστέλλονται σε εργασία επίπονη. Διότι περισσότερο κοπιαστικό και δύσκολο ήταν το έργο των προφητών, λέγει, και σε απόδειξη των λεγομένων έρχεται το έργο, εφόσον εσείς ήλθατε στα εύκολα. Δηλαδή όπως στον θερισμό με ευκολία συγκεντρώνεται ο καρπός και σε μία και μόνη στιγμή γεμίζει το αλώνι από τα δέματα με τα στάχυα και δεν περιμένουν τις μεταβολές του καιρού, τον χειμώνα, την άνοιξη και τη βροχή, έτσι συμβαίνει και εδώ. Και αυτό το φωνάζουν τα ίδια τα έργα· διότι καθώς ο Ιησούς έλεγε αυτά, εξέρχονταν οι Σαμαρείτες και ο καρπός συγκεντρωνόταν με αφθονία. Γι' αυτό και τους είπε: «ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη(:σηκώστε τα μάτια σας και δείτε τα χωράφια, επειδή είναι ήδη έτοιμα για θερισμό)[Ιω.4,35].
Αυτά λοιπόν είπε ο Κύριος και το πράγμα αποδείχτηκε, διότι τα λόγια επιβεβαιωθήκαν από τα έργα : «Ἐκ δὲ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν τῶν Σαμαρειτῶν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικός, μαρτυρούσης ὅτι εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα.(:από την πόλη εκείνη πολλοί από τους Σαμαρείτες πίστεψαν σε Αυτόν εξαιτίας του λόγου της γυναικός που μαρτυρούσε ότι ‘’μου είπε όλα όσα έκανα’’)»[Ιω.4,38].Έβλεπαν βέβαια ότι η γυναίκα δε θα επαινούσε Εκείνον ο οποίος της αποκάλυψε τα αμαρτήματά της, ούτε πάλι θα διαπόμπευε έτσι τη ζωή της για να κάνει τη χάρη σε κάποιον άλλο. Ας μιμηθούμε λοιπόν τη γυναίκα αυτή και εμείς και για τα αμαρτήματά μας να μην ντρεπόμαστε τους ανθρώπους, αλλά πρέπει να φοβούμαστε τον Θεό, ο οποίος και τώρα βλέπει αυτό που γίνεται, και τότε τιμωρεί όσους δε μετανοούν σήμερα. Διότι όποιος στην παρούσα ζωή προσέχει μόνο την ντροπή των ανθρώπων, χωρίς να ντρέπεται να πράξει κάτι το άτοπο, ενώ τον βλέπει ο Θεός και δε θέλει να μετανοήσει και να αλλάξει διαγωγή, αυτός κατά την ημέρα εκείνη, όχι ενώπιον ενός ή δύο ανθρώπων, αλλά της οικουμένης ολόκληρης πρόκειται να λάβει τιμωρία.
[…] «ὡς οὖν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτὸν μεῖναι παρ᾿ αὐτοῖς· καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. καὶ πολλῷ πλείους ἐπίστευσαν διὰ τὸν λόγον αὐτοῦ, τῇ τε γυναικὶ ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός(:Όταν λοιπόν ήλθαν σε Αυτόν οι Σαμαρείτες, Τον παρακαλούσαν να μείνει μαζί τους· και έμεινε εκεί δύο ημέρες.Και από τη διδασκαλία, που τους έκανε, πίστεψαν πολύ περισσότεροι σε Αυτόν. Και στη γυναίκα έλεγαν ότι στον Ιησού δεν πιστεύουμε πλέον από όσα εσύ μας είπες για Αυτόν, αλλά διότι εμείς οι ίδιοι Τον έχουμε ακούσει και γνωρίζουμε καλά ότι πράγματι Αυτός είναι ο Σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός)».[Ιω.4,40-42].
Tίποτα δεν είναι χειρότερο από τον φθόνο και τη ζηλοτυπία. Αυτή συνήθως φθείρει τα πολλά αγαθά. Οι Ιουδαίοι δηλαδή, οι οποίοι είχαν περισσότερες θρησκευτικές γνώσεις και είχαν έλθει σε επαφή με τους προφήτες, φάνηκαν κατώτεροι. Διότι οι Σαμαρείτες από την πληροφορία της γυναικός και μόνο, χωρίς να δουν κανένα θαύμα, εξήλθαν και παρακαλούσαν τον Χριστό να παραμείνει μαζί τους, ενώ οι Ιουδαίοι, αν και είδαν τα θαύματα, όχι μόνο δεν Τον κράτησαν μαζί τους, αλλά και Τον εξεδίωκαν και τα πάντα έκαναν, ώστε να Τον απομακρύνουν και από τη χώρα τους, μολονότι η επί γης παρουσία του Κυρίου για αυτούς είχε γίνει. Αλλά εκείνοι μεν Τον εξεδίωκαν, ενώ αυτοί Του ζητούσαν να παραμείνει μαζί τους.
Πες μου, σε παρακαλώ, αυτούς, αν και Τον παρακαλούσαν και Τον ικέτευαν, δεν έπρεπε να τους πλησιάσει ο Κύριος, αλλά να μένει κοντά σε εκείνους που Τον εχθρεύονταν και Τον εκδίωκαν, ενώ σε όσους Τον αγαπούσαν και ήθελαν να Τον έχουν κοντά τους να μη δίνει τον εαυτό Του αλλά να τους εγκαταλείψει; Αλλά αυτό δεν θα ήταν αντάξιο προς την πρόνοια και το ενδιαφέρον Αυτού. Για τον λόγο αυτό δέχτηκε και παρέμεινε κοντά τους για δύο ημέρες. Αυτοί βέβαια ήθελαν να Τον κρατήσουν συνέχεια μαζί τους-διότι αυτό έδειξε ο Ευαγγελιστής όταν είπε: «Τον παρακαλούσαν να μείνει μαζί τους»-, ο Ιησούς όμως δεν το αρνιόταν, αλλά έμεινε μόνο δύο μέρες και κατά τη διάρκεια των ημερών αυτών πίστεψαν πολύ περισσότεροι.
Βέβαια ήταν φυσικό να μην πιστέψουν αυτοί, επειδή και κανένα θαύμα δεν είχαν δει και ήταν εχθρικώς διακείμενοι προς τους Ιουδαίους. Και όμως, επειδή έκριναν τα λεγόμενα με βάση την αλήθεια, δεν έλαβαν υπόψη την εχθρότητα αυτή, αλλά η σκέψη τους ήταν ανώτερη από τα εμπόδια και φιλοτιμούνταν να θαυμάζουν περισσότερο τον Ιησού. «Και στη γυναίκα έλεγαν ότι ‘’δεν πιστέψαμε πλέον για τα όσα μας είπες εσύ, διότι εμείς ι ίδιοι έχουμε ακούσει Αυτόν και γνωρίζουμε ότι Αυτός είναι αληθώς ο Σωτήρ του κόσμου, ο Χριστός’’».
Οι μαθητές υπερέβησαν τον Διδάσκαλο. Διότι αυτοί θα μπορούσαν δίκαια να κατηγορήσουν τους Ιουδαίους και με την πίστη τους και με την υποδοχή του Κυρίου. Οι Ιουδαίοι δηλαδή, χάριν των οποίων όλο το έργο Του έκανε ο Κύριος, συνεχώς Τον λιθοβολούσαν, ενώ οι Σαμαρείτες Τον προσείλκυσαν προς το μέρος τους, έστω και αν δεν κατευθυνόταν προς αυτούς. Και οι μεν παρά τα θαύματα μένουν αδιόρθωτοι, αυτοί όμως χωρίς θαύματα έδειξαν μεγάλη πίστη σε Αυτόν και συναγωνίζονται σε αυτό ακριβώς, να πιστέψουν δηλαδή χωρίς θαύματα, ενώ εκείνοι δεν παύουν και θαύματα να ζητούν και να Τον πειράζουν. Τόσο μονάχα χρειάζεται σε κάθε περίπτωση η ευσεβής και ευγνώμων ψυχή. Και όταν η αλήθεια συναντήσει παρόμοια ψυχή, εύκολα κυριαρχεί. Και αν δεν επικρατήσει, αυτό δεν οφείλεται στη δική της αδυναμία, αλλά στην αγνωμοσύνη της ψυχής. Διότι και ο ήλιος, όταν πέσει σε υγιείς οφθαλμούς, εύκολα φωτίζει. Και αν δε φωτίσει, το σφάλμα οφείλεται στην ασθένεια εκείνων και όχι στην αδυναμία αυτού.
Άκουσε λοιπόν τι λέγουν οι Σαμαρείτες: «Γνωρίζουμε ότι Αυτός είναι αληθώς ο Σωτήρας του κόσμου,ο Χριστός». Βλέπεις ότι αμέσως αντιλήφθηκαν ότι επρόκειτο να προσελκύσει την οικουμένη και ότι ήλθε να τακτοποιήσει την κοινή σωτηρία και ακόμη ότι δε σκόπευε να περιορίσει το ενδιαφέρον Του στους Ιουδαίους μόνο, αλλά ότι παντού θα έσπειρε τον λόγο Του; Όμως οι Ιουδαίοι δε συμπεριφέρονται τοιουτοτρόπως. Αντίθετα επιδιώκουν να στηρίξουν την δική τους δικαιοσύνη και δεν υποτάχτηκαν στη δικαιοσύνη του Θεού. Οι Σαμαρείτες όμως, παραδεχόμενοι ότι οι πάντες βρίσκονται υπό καταδίκη, υποδηλώνουν εκείνο τον αποστολικό λόγο που λέγει: «πάντες γὰρ ἥμαρτον καὶ ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, δικαιούμενοι δωρεὰν τῇ αὐτοῦ χάριτι διὰ τῆς ἀπολυτρώσεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ(: διότι όλοι ανεξαιρέτως αμάρτησαν και έχουν στερηθεί από τη δόξα, που έχει και μεταδίδει ο Θεός. Γίνονται δε όλοι δίκαιοι και παίρνουν τη σωτηρία δωρεάν με τη χάρη του Θεού, δια της εξαγοράς από την αμαρτία, όπως αυτή πραγματοποιήθηκε με τη θυσία του Ιησού Χριστού)».[Ρωμ.3,23-24]. Με το να πουν δηλαδή ότι είναι ο Σωτήρας του κόσμου, έδειξαν ότι είναι Σωτήρας του χαμένου και αμαρτωλού κόσμου και μάλιστα όχι απλώς Σωτήρας, αλλά Σωτήρας στα σπουδαιότατα και μέγιστα πράγματα. Ήλθαν βέβαια πολλοί με σκοπό να σώσουν, και προφήτες και άγγελοι, αλλά ο αληθινός Σωτήρας είναι αυτός, λέγει, ο οποίος προσφέρει την αληθινή σωτηρία και όχι την πρόσκαιρη μόνο.
Αυτό είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της ειλικρινούς πίστεως, διότι οι Σαμαρείτες είναι άξιοι θαυμασμού και από τις δύο απόψεις. Αφενός μεν διότι πίστεψαν, αφετέρου δε διότι πίστεψαν χωρίς θαύματα· αυτούς μακαρίζει και ο Χριστός, όταν λέγει: «μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες(: Μακάριοι θα είναι από εδώ και πέρα στους αιώνες των αιώνων, εκείνοι οι οποίοι μολονότι δε με είδαν, πίστεψαν)»[Ιω.20,29] και μάλιστα η πίστη τους ήταν ειλικρινής. Αν και άκουσαν τη γυναίκα να τους λέγει με αμφιβολία: «Μήπως Αυτός είναι ο Χριστός;»[Ιω.4,29], δεν είπαν και αυτοί ότι «και εμείς έχουμε αυτήν την υποψία», ούτε ότι «νομίζουμε», αλλά ότι «γνωρίζουμε» και μάλιστα όχι απλώς «γνωρίζουμε» αλλά ότι «Αυτός είναι αληθώς ο Σωτήρας του κόσμου». Δεν παραδέχονταν βέβαια τον Χριστό ως έναν από τους πολλούς σωτήρες, αλλά ως τον όντως Σωτήρα. Και όμως ποιον είδαν να σώζεται; Τους λόγους άκουσαν μόνο και είπαν εκείνα ακριβώς τα οποία θα έλεγαν, εάν έβλεπαν και θαύματα πολλά και μεγάλα.
Και για ποιο λόγο δε μας αναφέρουν οι Ευαγγελιστές αυτούς τους λόγους και ότι τους ομίλησε κατά τρόπο θαυμαστό; Για να μάθεις ότι πολλά από τα σπουδαία και μεγάλα τα παραλείπουν. Άλλωστε από το τελική έκβαση απέδειξαν τα πάντα, διότι με τα λεχθέντα έπεισε λαό ολόκληρο και όλη την πόλη. Όπου όμως δεν πείθονται οι άνθρωποι, τότε αναγκάζονται οι Ευαγγελιστές να εκθέτουν και όσα ειπώθηκαν, για να μην κατηγορεί κανείς τον ομιλητή από την αγνωμοσύνη των ακροατών.
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, επιλεγμένα αποσπάσματα από τις ομιλίες ΛΔ΄και ΛΕ΄, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 13Α, σελίδες 53-67 και 75-81.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 72, σελ. 248-258 (ή: 120-125 του PDF) και σελ.263 -268(ή 127-129 του PDF) .
https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLdVNrLW9BNGRWcm8/view
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
πηγή:ἠλεκτρονικό ταχυδρομεῖο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου