Ὁσίου
Ἀμβροσίου
Χρήσιμο
εἶναι νά ἐξετάζη κανείς στήν ζωή τῶν
μεγάλων μορφῶν τῆς Ἐκκλησίας μας καί
τά μικροεπεισόδια. Ἔχουν καί αὐτά
κάτι τό ἰδιαίτερο νά προσφέρουν· νά
ἀποκαλύψουν ὡρισμένες πτυχές τῆς
προσωπικότητός τους· νά παρουσιάσουν
κάποια ἁπλά χρώματα ἀπό τόν ζωγραφικό
πίνακα τῆς ψυχῆς τους. Γι᾿ αὐτό πρίν
προχωρήσουμε τήν διήγησι, θά ἐπιστρέψουμε
λίγο πίσω γιά νά ἀναφερθοῦμε στά
σχετικά περιστατικά. Τό πρῶτο ἀπ᾿ αὐτά
συνδέεται μέ τόν γνωστό μας διδάσκαλο
Παῦλο Ποκρόφκι.
Ἄς
τό παρακολουθήσουμε.
Ὁ
π. Ἀμβρόσιος θυμόταν διαρκῶς ἀπό τό
Μοναστήρι τόν ἀγαπητό του Παῦλο καί
εἴτε μέ τίς προσευχές εἴτε μέ τήν
ἀλληλογραφία φρόντιζε νά τοῦ
συμπαρίσταται. Γνώριζε πόση ὑποστήριξη
χρειάζεται ἐκεῖνος πού θέλγεται γιά
τήν μοναχική ζωή καί συγχρόνως δεσμεύεται
γιά τήν μοναχική ζωή καί συγχρόνως
δεσμεύεται ἀπό τίς δελεαστικές φωνές
τοῦ κόσμου. Εἶχε δοκιμάσει καί ὁ ἴδιος
τήν θλῖψι αὐτῶν τῶν ἀμφιταλαντεύσεων.
Σέ μία ἐπιστολή τοῦ ἔγραφε καί τά
ἑπόμενα:
- Πολύ θά μέ ὑποχρεώσης ἄν φροντίσης νά μοῦ στείλης λίγο τσάϊ, πού τόσο πολύ τό ἀγαπῶ. Ἐδῶ στήν ἔρημο ποῦ νά προμηθευθῆ κανείς ἐκεῖνα πού τοῦ χρειάζονται;
Ὁ
π. Ἀμβρόσιος – αὐτό εἶναι τό ἀξιοσημείωτο
– δέν εἶχε εἰδική ἀνάγκη νά ζήτήση
αὐτή τήν χάρι. Ἄλλος ἦταν ὁ λόγος καί
ὁ σκοπός τῆς ἐνεργείας του. Ἀπέβλεπε
νά ἐνισχύση καί νά συσφίγξη μέ αὐτόν
τόν τρόπο τούς δεσμούς τῆς φιλίας τους.
Ἡ
ἀπάντησις τοῦ Παύλου ὑπῆρξε κάπως
σκληρή. Δέν μποροῦσε μέσα του νά συνδυάση
τήν ἀσκητική ζωή μέ τήν χρῆσι τοῦ
τσαγιοῦ. «Νά ζῆς στόν κόσμο! Μάλιστα.
Νά πιῆς καί τσάϊ καί βότκα ἀκόμη· ἀλλά
στό Μοναστήρι τί θέσι ἔχουν αὐτά τά
εἴδη;» σκεπτόταν.
- Ἀφοῦ ἐσύ εἶσαι μοναχός, τοῦ ἔγραψε, τί τό θέλεις τό τσάϊ;
Μέ
τήν ἀπειλή τῆς φοβερᾶς νόσου, τῆς
χολέρας, ὁ Ποκρόφκι, ὅπως ἀναφέραμε,
ἀπεφάσισε νά ἐγκαταλείψη τήν ζωή τοῦ
κόσμου καί νά φορέση τό μοναχικό ἔνδυμα.
Ὅταν πάτησαν τά πόδια του στήν Ὄπτινα
ἦταν ἐποχή πού τό ψῦχος κυριολεκτικά
ἐθέριζε. Βούϊζαν τά πεῦκα ἀπό τόν
παγωμένο ἄνεμο καί κάθε ζωντανό πλάσμα
ἀναζητοῦσε πάνω ἀπ᾿ ὅλα λίγη θέρμανσι.
Ὁ ὑποψήφιος μοναχός, ἀφοῦ δέν γνώριζε
κανέναν στό Μοναστήρι, κατευθύνθηκε
στήν Σκήτη. Μετά τήν συγκινητική συνάντησί
τους μέ τόν π. Ἀμβρόσιο, κρυωμένος ὅπως
ἦταν ἐζήτησε ἐνισχύσεις.
- Ἀδελφέ μου, τοῦ λέει, ἔχω ξεπαγιάσει ἀπό τό κρύο. Σέ παρακαλῶ πολύ, φτιάξε μου λίγο τσάϊ.
Καί
ὁ π. Ἀμβρόσιος χαμογελαστά:
- Μά οἱ μοναχοί δέν πρέπει νά πίνουνε τσάϊ!
Ὁ
π. Θεόδωρος, νεαρός μοναχός τῆς Ὄπτινα
εἶχε ἀνεπτυγμένες σχέσεις μέ τόν π.
Ἀμβρόσιο καί συχνά ἐπισκεπτόταν τό
κελλί του.
- Τί φτωχικό πού εἶναι τό κελλί τοῦ π. Ἀμβροσίου! Ἔλεγε στούς ἄλλους σέ δεδομένη συζήτησι. Πόσο ἀπέριττο! Σέ μιά γωνία κάτι εἰκόνες, κοντά στήν πόρτα δύο-τρία ρᾶσα καί ἀπέναντι τό κρεββάτι του. Καί τό στρῶμα τοῦ κρεββατιοῦ, ὅ,τι πρέπει γιά σκληραγωγία:
Ἕνας
μεγάλος σάκκος γεμισμένος μέ ἄχυρα.
Κάποια
ἡμέρα ὅμως παρετήρησε κάτω ἀπό τό
κρεββάτι καί ἕνα ψάθινο κιβώτιο ὅμοιο
μέ κομοδίνο. Σ᾿ αὐτό φυλάσσονταν
ὡρισμένα ροῦχα, κυρίως τά μάλλινα
πουκάμισα καί οἱ μάλλινες κάλτσες πού
τόσο συχνά χρησιμοποιοῦσε ὁ ἀσθενής
Ἱερομόναχος. Μέ ἁπλότητα ὁ π. Θεόδωρος
ἐρώτησε νά μάθη τήν χρῆσι αὐτοῦ τοῦ
ἀντικειμένου.
- Αὐτό τό ἔπιπλο τί σᾶς χρησιμεύει, πάτερ;
Ὁ
π.Ἀμβρόσιος θέλησε νά διασκεδάση λίγο
τήν ὑπόθεσι. Δέν ἔπρεπε νά φαίνεται
τόσο ἀσκητικός καί ἀκτήμων.
- Ἐκεῖ μέσα, ἀδελφέ μου, τοῦ λέει, σκέπτομαι νά βάλω μία χήνα γιά νά κλωσσήση(!).
Καί
οἱ δύο ἐγέλασαν μέ τόν πρωτότυπο ρόλο
πού θά ἔπαιζε δῆθεν αὐτό τό κιβώτιο.
Στόν
π. Θεόδωρο ἄρεσε πολύ νά διηγῆται τό
χαριτωμένο αὐτό περιστατικό. Τέτοια
ἀπρόοπτη καί ἀπίθανη ἀπάντησι δέν τήν
περίμενε ποτέ. Τό κιβώτιο καί τήν χήνα
δέν μποροῦσε ποτέ νά τά ξεχάση.
Τῷ
Θεῷ
δόξα!
Ἀμήν!
Συνεχίζεται...
Ἀπό
τό
βιβλίο:
“Ο
ΟΣΙΟΣ
ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
ΤΗΣ
ΟΠΤΙΝΑ”
ΙΕΡΑ
ΜΟΝΗ
ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ
ΑΤΤΙΚΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου