ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ 24ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΤΟΥ «ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ» ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ [ΟΣΑ ΕΙΠΕ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ]
[Mέρος έβδομο: Υπομνηματισμός των χωρίων Ματθ.24,32-51(:σχετικά με τον ερχομό του Κυρίου κατά τη Δευτέρα Παρουσία)]
«Ἀπὸ δὲ τῆς συκῆς μάθετε τὴν παραβολήν. ὅταν ἤδη ὁ κλάδος αὐτῆς γένηται ἁπαλὸς καὶ τὰ φύλλα ἐκφύῃ, γινώσκετε ὅτι ἐγγὺς τὸ θέρος· οὕτω καὶ ὑμεῖς ὅταν ἴδητε ταῦτα πάντα, γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἐπὶ θύραις (: Από τη συκιά μάλιστα μάθετε την ομοιότητα: Όταν πλέον το κλαδί της γίνει απαλό και βγουν τα φύλλα, καταλαβαίνετε ότι πλησιάζει το καλοκαίρι. Έτσι κι εσείς όταν δείτε να συμβαίνουν όλα αυτά τα σημεία που σας προανήγγειλα, να γνωρίζετε ότι πλησιάζει στην πόρτα, έφθασε και θα εμφανιστεί αμέσως η κρίση του Θεού, που θα τιμωρήσει την απιστία των Ιουδαίων με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ)»[Ματθ.24,32-33].
Επειδή είπε ότι «εὐθέως δὲ μετὰ τὴν θλῖψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων(:αμέσως ύστερα από τη θλίψη και τις δοκιμασίες των ημερών εκείνων, όταν πλέον θα πλησιάζει η συντέλεια του κόσμου)» [Ματθ. 24,29], και αυτοί ζητούσαν αυτό ακριβώς, μετά από πόσο χρόνο δηλαδή, και αυτήν, κυρίως, την ημέρα επιθυμούσαν να γνωρίσουν, γι΄αυτό αναφέρει το παράδειγμα της συκιάς, δείχνοντας ότι δεν θα μεσολαβήσει πολύ διάστημα, αλλά ότι ευθύς αμέσως θα έλθει και η Παρουσία, πράγμα το οποίο μάλιστα δήλωσε όχι μόνο με την παραβολή, αλλά και με τις μετέπειτα λέξεις, λέγοντας «γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἐπὶ θύραις».
Εδώ προφητεύει και κάτι άλλο, θέρος πνευματικό, και ότι κατ’ εκείνη την ημέρα από τον χειμώνα του παρόντος θα επικρατήσει γαλήνη για χάρη των δικαίων· για τους αμαρτωλούς αντιθέτως από θέρος θα γίνει χειμώνας. Αυτό το δήλωσε παρακάτω όταν είπε ότι η ημέρα της Παρουσίας θα έλθει, ενώ αυτοί θα επιδίδονται σε απολαύσεις.
Δεν ανέφερε όμως την παραβολή της συκιάς μόνο γι΄αυτό, για να φανερώσει τον χρόνο, διότι μπορούσε και με άλλο τρόπο να τον παραστήσει, αλλά και για να επιβεβαιώσει και με τον τρόπο αυτόν όσα είπε, ότι οπωσδήποτε θα συμβούν· διότι όπως αυτό είναι αναγκαίο επακόλουθο, έτσι και εκείνο. Για τον λόγο αυτόν, όπου τυχόν θέλει να τονίσει ότι αυτό που λέγει θα συμβεί οπωσδήποτε, παρεμβάλλει φυσικές αναγκαιότητες, τόσο ο Ίδιος, όσο και ο μακάριος Παύλος μιμούμενος αυτόν.
Για τον λόγο αυτόν, όταν ομιλεί περί της Αναστάσεως, λέγει: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει(:Αληθινά σας λέω, εάν το μικρό σπυρί του σιταριού δεν πέσει στη γη και δεν σαπίσει μέσα στο χώμα, μένει απλώς ένας μόνο σπόρος και δεν πολλαπλασιάζεται. Εάν όμως με τη σπορά του στη γη πεθάνει και ταφεί, βγάζει πολύ καρπό. Έτσι κι εγώ, εάν πεθάνω, όπως ο Πατέρας μου όρισε, θα καρποφορήσω τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους)» [Ιω.12,24]. Από εκεί έχοντας διδαχτεί και ο μακάριος Παύλος χρησιμοποιεί το ίδιο παράδειγμα, όταν ομιλεί στους Κορινθίους περί της Αναστάσεως. Διότι λέγει: « Ἄφρον, σὺ ὃ σπείρεις οὐ ζωοποιεῖται, ἐὰν μὴ ἀποθάνῃ(:Ανόητε, εκείνο που σπέρνεις εσύ, δεν λαμβάνει ζωή εάν δεν πεθάνει και δεν σαπίσει μέσα στη γη)» [Α΄Κορ.15,36].
Έπειτα, για να μην επανέλθουν γρήγορα πάλι στο ίδιο θέμα και ρωτήσουν πότε, τους επαναφέρει στα προηγούμενα, λέγοντας: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη ἕως ἂν πάντα ταῦτα γένηται (:Αληθινά σας λέω, δεν θα περάσει η γενιά αυτή, προτού γίνουν όλα αυτά και προτού πραγματοποιηθεί η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και όσα σας προανήγγειλα για πολέμους και ψευδομεσσίες, και ψευδοπροφήτες)»[Ματθ.24,34]. «Όλα αυτά». Ποια; Πες μου. Όσα αφορούν τα Ιεροσόλυμα, τους πολέμους, τους λιμούς, τους λοιμούς, τους σεισμούς, τους ψευδόχριστους, τους ψευδοπροφήτες, τη διάδοση του Ευαγγελίου παντού, τις επαναστάσεις, τις ταραχές, όλα τα άλλα τα οποία είπαμε ότι θα συμβούν μέχρι την Παρουσία Του.
Για ποιον λόγο, όμως, λέγει: «ἡ γενεὰ αὕτη»; Το είπε ομιλώντας όχι για την τότε γενεά, αλλά για τη γενεά των πιστών. Διότι συνηθίζει να χαρακτηρίζει τη γενεά όχι μόνο από τους χρόνους, αλλά και από το είδος της θρησκείας και της συμπεριφοράς· όπως όταν λέγει: «Αὕτη ἡ γενεὰ ζητούντων τὸν Κύριον(:αυτή η γενεά εκείνων που ζητούν τον Κύριο)» [Ψαλμ.23,6]· διότι, εκείνο το οποίο έλεγε παραπάνω, ότι δηλαδή «πρέπει όλα αυτά να γίνουν» και ότι «θα κηρυχτεί το Ευαγγέλιο», αυτό επισημαίνει και εδώ, λέγοντας ότι οπωσδήποτε θα συμβούν όλα αυτά και ότι η γενεά των πιστών θα παραμείνει, χωρίς να διακοπεί από τίποτε από όσα ειπώθηκαν. Αντιθέτως, και τα Ιεροσόλυμα θα καταστραφούν και η πλειονότητα των Ιουδαίων θα αφανιστεί, ενώ αυτή τη γενεά των πιστών τίποτε δεν θα την ξεπεράσει, ούτε λιμός, ούτε μολυσματική ασθένεια, ούτε σεισμός, ούτε οι ταραχές των πολέμων, ούτε ψευδόχριστοι, ούτε ψευδοπροφήτες, ούτε απατεώνες, ούτε οι προδότες, ούτε οι σκανδαλοποιοί, ούτε οι ψευδάδελφοι, ούτε καμία άλλη παρόμοια δοκιμασία.
Έπειτα, για να τους κάνει να πιστέψουν περισσότερο, λέγει: «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι (:ο ουρανός και η γη, που σας φαίνονται τόσο μόνιμα και στερεά, θα περάσουν και θα εκλείψουν, οι λόγοι μου όμως δεν θα περάσουν, αλλά θα επαληθευτούν επακριβώς)»[Ματθ.24,35 και Λουκά 21,32]. Δηλαδή ότι «αυτά τα στερεοποιημένα και τα ακίνητα ευκολότερα θα εξαφανιστούν, παρά θα διαψευστεί κάτι από τους λόγους μου». Και όποιος αμφιβάλλει για αυτά, ας εξετάσει με προσοχή όσα ειπώθηκαν και εάν τα βρει αληθινά(και θα τα βρει οπωσδήποτε) από τα παρελθόντα ας πιστέψει και στα μέλλοντα, και ας τα εξετάσει όλα με ακρίβεια και θα δει την εξέλιξη των πραγμάτων να επιβεβαιώνει την αλήθεια της προφητείας.
Όσον αφορά τα στοιχεία του κόσμου(τον ουρανό και τη γη) τα παρενέβαλε στον λόγο, αφενός για να δηλώσει ότι η Εκκλησία είναι προτιμότερη από τον ουρανό και τη γη, αφετέρου για να δείξει και με αυτά ότι είναι Δημιουργός του παντός. Διότι επειδή ομίλησε περί της συντελείας του κόσμου, πράγμα το οποίο πολλοί αμφισβητούν, ανέφερε τον ουρανό και τη γη για να δείξει την ανυπολόγιστη δύναμή Του και να δηλώσει με πολλή εξουσία, ότι είναι Κύριος του παντός και με αυτά να κάνει αξιόπιστα όσα είπε και σε εκείνους που αμφιβάλλουν πάρα πολύ.
«Περὶ δὲ τῆς ἡμέρας ἐκείνης καὶ ὥρας οὐδεὶς οἶδεν, οὐδὲ οἱ ἄγγελοι τῶν οὐρανῶν, εἰ μὴ ὁ πατήρ μου μόνος (:Για την ημέρα εξάλλου εκείνη και την ώρα που θα γίνει η δευτέρα παρουσία και η κρίση, κανείς δεν γνωρίζει πότε ακριβώς θα είναι αυτές, ούτε ακόμη οι ουράνιοι άγγελοι, παρά μόνον ο Πατέρας μου)»[Ματθ.24,36]. Με τη δήλωση «ούτε οι άγγελοι των ουρανών» τους αποστόμωσε, ώστε να μη ζητήσουν να μάθουν ό,τι δεν γνωρίζουν εκείνοι, ενώ λέγοντας: «ούτε ο Υιός» τους εμποδίζει όχι μόνο να μάθουν, αλλά και να ερευνούν. Και ότι γι΄αυτόν τον λόγο το είπε, βλέπε πώς τους αποστόμωσε καλύτερα μετά την Ανάσταση, όταν τους είδε να γίνονται περισσότερο περίεργοι· διότι τώρα μεν τους ανέφερε πολλά και διάφορα τεκμήρια, τότε όμως τους είπε απλώς: «Οὐχ ὑμῶν ἐστι γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς (:Δεν ανήκει σε σας και δεν είναι δικό σας δικαίωμα να γνωρίσετε τα χρόνια ή τους ορισμένους μήνες και τις ημέρες)» [Πράξ.1,7].
Έπειτα, για να μην πουν: «Παραμεληθήκαμε, περιφρονηθήκαμε, ούτε αυτού δεν είμαστε άξιοι», λέγει· «οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ(:τα οποία ο Πατήρ κράτησε στην αποκλειστική εξουσία Του. Αυτός μόνον τα γνωρίζει και μόνον Αυτός θα ολοκληρώσει όσα θα συντελεστούν κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων)» [Πράξ.1,7]. Διότι φρόντιζε πάρα πολύ να τους τιμά και να μην τους αποκρύπτει τίποτε. Για τον λόγο αυτόν το αφήνει στη δικαιοδοσία του Πατρός, αφενός για να κάνει το πράγμα φοβερό, και αφετέρου να αποκλείσει εκείνους να πληροφορηθούν αυτό που ειπώθηκε. Διότι εάν δεν είναι αυτό και το αγνοεί, πότε θα το γνωρίσει; Μήπως μαζί μας; Και ποιος θα μπορούσε να το πει αυτό; Και τον μεν Πατέρα Τον γνωρίζει ακριβώς, τόσο ακριβώς μάλιστα, όσο Εκείνος γνωρίζει τον Υιό, την δε ημέρα την αγνοεί;
Έπειτα, το μεν Πνεύμα ερευνά και τα βάθη του Θεού [Α΄Κορ. 2,10: «Ἡμῖν δὲ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ· τὸ γὰρ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ (:σε εμάς όμως ο Θεός τα φανέρωσε αυτά με το Πνεύμα Του. Και μόνο από το Πνεύμα ήταν δυνατό να γίνει η φανέρωση αυτή· διότι το Πνεύμα ερευνά και γνωρίζει τα πάντα, και αυτά ακόμα τα βαθύτερα και μυστηριώδη ιδιώματα και σχέδια του Θεού)»], και Αυτός δεν γνωρίζει ούτε τον χρόνο της Κρίσεως; Αλλά το μεν πώς πρέπει να κρίνει, το γνωρίζει και τα απόκρυφα του καθενός τα γνωρίζει καλώς, αυτό δε πού είναι πολύ πιο ασήμαντο από εκείνο, αυτό θα το αγνοούσε; Πώς όμως, εάν «Πάντα δι'αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν(:Όλα τα δημιουργήματα δημιουργήθηκαν δι’ Αυτού, σε συνεργασία με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα˙ και χωρίς Αυτόν δεν έγινε το παραμικρό απ’ όλα όσα έχουν γίνει)» [Ιω. 1,3], αγνόησε την ημέρα; Διότι Αυτός που δημιούργησε τους αιώνες, είναι φανερό ότι δημιούργησε και τους χρόνους· εάν δε δημιούργησε τους χρόνους, δημιούργησε και την ημέρα· πώς λοιπόν αγνοεί αυτήν που δημιούργησε;
Και σεις μεν ισχυρίζεστε ότι γνωρίζετε την ουσία Του, ο δε Υιός δεν γνωρίζει ούτε την ημέρα, ο Υιός, ο Οποίος βρίσκεται διαρκώς στον κόλπο του Πατρός; Μολονότι η ουσία Αυτού είναι πολύ ανώτερη από τις ημέρες, και μάλιστα απείρως ανώτερη. Πώς λοιπόν, ενώ επιτρέπετε το μείζον στους εαυτούς σας, δεν επιτρέπετε ούτε το έλασσον στον Υιό, «ἐν ᾧ εἰσι πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι(:στον Οποίο υπάρχουν κρυμμένοι όλοι οι θησαυροί της σωτηριώδους σοφίας και της γνώσεως, και μόνον Αυτός τους φανερώνει στους επιδεκτικούς και άξιους ανθρώπους)»; [Κολ. 2,3]. Αλλά ούτε εσείς γνωρίζετε τι στην ουσία είναι ο Θεός, έστω και αν μύριες φορές το ισχυρίζεστε μέχρι μανίας· ούτε ο Υιός αγνοεί την ημέρα, αλλά τη γνωρίζει και πολύ καλώς. Γι΄αυτό ακριβώς, αφού τα είπε όλα, και τους χρόνους και τους καιρούς και αφού μας οδήγησε μέχρι των θυρών (διότι λέγει: «είναι κοντά, στη θύρα»), αποσιώπησε την ημέρα. «Εάν μεν λοιπόν ζητάς την ημέρα και την ώρα», λέγει, «δεν θα την ακούσεις από εμένα· εάν όμως ζητάς να μάθεις τους καιρούς και τα προοίμια της δευτέρας μου Παρουσίας, θα σου τα πω όλα με ακρίβεια χωρίς να αποκρύψω τίποτε. Ότι μεν λοιπόν δεν αγνοώ την ημέρα της παρουσίας το απέδειξα διά πολλών, αφού σου είπα τα χρονικά διαστήματα και όλα όσα θα συμβούν και το χρονικό διάστημα που θα μεσολαβήσει από τον χρόνο αυτόν μέχρις της ημέρας εκείνης(διότι αυτό φανέρωσε η παραβολή της συκιάς) και σε οδήγησα μέχρι τα ίδια τα πρόθυρα και εάν δεν σου ανοίγω τις θύρες, το κάνω για το συμφέρον σου».
Για να μάθεις δε και από αλλού, ότι η σιωπή Του δεν οφειλόταν σε άγνοια, δες ότι μαζί με όλα όσα είπε πρόσθεσε και άλλο σημείο: «Ὣσπερ δὲ αἱ ἡμέραι τοῦ Νῶε, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Ὣσπερ γὰρ ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις ταῖς πρὸ τοῦ κατακλυσμοῦ τρώγοντες καὶ πίνοντες, γαμοῦντες καὶ ἐκγαμίζοντες, ἄχρι ἧς ἡμέρας εἰσῆλθε Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, καὶ οὐκ ἔγνωσαν ἕως ἦλθεν ὁ κατακλυσμὸς καὶ ἦρεν ἅπαντας, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου(:Πραγματικά κανείς δεν ξέρει πότε θα έλθει εκείνη η ημέρα· διότι όπως συνέβη με τις ημέρες του Νώε, έτσι θα γίνει και η παρουσία του υιού του ανθρώπου. Όπως δηλαδή στις ημέρες που προηγήθηκαν από τον κατακλυσμό εξακολουθούσαν οι άνθρωποι να τρώνε και να πίνουν ασυλλόγιστα, να νυμφεύονται και να παντρεύουν τα παιδιά τους, χωρίς να τους έρχεται καμία σκέψη μετανοίας για την αμαρτωλή ζωή τους, μέχρι εκείνη την ημέρα που μπήκε ο Νώε στην κιβωτό, και δεν κατάλαβαν τίποτε ώσπου ήλθε ο κατακλυσμός και τους αφάνισε όλους, έτσι θα γίνει και η παρουσία του υιού του ανθρώπου, ξαφνικά και χωρίς να την περιμένουν οι άνθρωποι της ματαιότητος)»[Ματθ.24,37-39]. Και αυτά τα είπε για να φανερώσει ότι θα έλθει αστραπιαίως και αιφνιδίως και ενώ οι περισσότεροι θα επιδίδονται σε απολαύσεις.
Αυτό εξάλλου το λέγει και ο Παύλος όταν γράφει: «Ὅταν γὰρ λέγωσιν, εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια, τότε αἰφνίδιος αὐτοῖς ἐφίσταται ὄλεθρος, ὥσπερ ἡ ὠδὶν τῇ ἐν γαστρὶ ἐχούσῃ, καὶ οὐ μὴ ἐκφύγωσιν(:διότι όταν λένε οι άνθρωποι του κόσμου «τώρα έχουμε ειρήνη και ασφάλεια», τότε έρχεται ξαφνικά πάνω τους η καταστροφή˙ όπως άλλωστε ξαφνικά έρχεται και ο πόνος του τοκετού στην έγκυο γυναίκα. Από την καταστροφή αυτή δεν θα γλυτώσουν αυτοί οι άνθρωποι)» [Α΄Θεσ. 5,3]· και για να φανερώσει το απροσδόκητο της παρουσίας έλεγε: «ὥσπερ ἡ ὠδὶν τῇ ἐν γαστρὶ ἐχούσῃ(:όπως άλλωστε ξαφνικά έρχεται και ο πόνος του τοκετού στην έγκυο γυναίκα)» .
Γιατί λοιπόν λέγει: «μετὰ τὴν θλῖψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων» [Ματθ.24,29]; Διότι εάν τότε υπάρχει απόλαυση και ειρήνη και ασφάλεια, όπως λέγει ο Παύλος, γιατί λέγει «μετὰ τὴν θλῖψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων»; Εάν υπάρχει τρυφή, πώς θα υπάρχει θλίψη; Τρυφή και ειρήνη θα υπάρχει για εκείνους που είναι αναίσθητοι. Γι΄ αυτό δεν είπε «όταν θα υπάρχει ειρήνη», αλλά «όταν λένε ειρήνη και ασφάλεια», θέλοντας να δείξει την αναισθησία αυτών, όπως οι επί της εποχής του Νώε, οι οποίοι επιδίδονταν σε απολαύσεις εν μέσω τόσων κακών. Όχι βέβαια οι δίκαιοι, οι οποίοι περνούσαν με θλίψη και δυσφορία.
Με αυτά δείχνει ότι όταν έλθει ο αντίχριστος θα επιταθούν οι ανάρμοστες ηδονές, θα αυξηθούν μεταξύ εκείνων οι οποίοι είναι παράνομοι και έχουν χάσει την ελπίδα της σωτηρίας τους. Τότε θα εμφανιστούν γαστριμαργίες, θορυβώδεις διασκεδάσεις και μέθες. Γι’ αυτό αναφέρει και παράδειγμα κατάλληλο προς την περίσταση. «Διότι όπως» λέγει, «δεν πίστευαν όταν κατασκευαζόταν η Κιβωτός και ενώ βρισκόταν ανάμεσά τους προαναγγέλλοντας τα δεινά που επρόκειτο να συμβούν, εκείνοι βλέποντάς την διασκέδαζαν σαν να μην επρόκειτο να συμβεί κανένα κακό, έτσι και τώρα, θα φανεί μεν ο αντίχριστος μετά τον οποίο θα επέλθει η συντέλεια και τα δεινά τα συνεπακόλουθα της συντελείας και οι αβάσταχτες τιμωρίες, αυτοί όμως κατεχόμενοι από τη μέθη της κακίας ούτε καν θα αισθανθούν τον φόβο των όσων θα συμβούν)». Γι΄αυτό και ο Παύλος λέγει ότι τα φοβερά εκείνα και αφόρητα δεινά θα εμφανιστούν όπως ο κοιλόπονος στην έγκυο.
Γιατί όμως δεν ανέφερε τα κακά των Σοδόμων; Θέλησε να αναφέρει παράδειγμα γενικό, το οποίο αν και είχε προλεχθεί, αμφισβητήθηκε. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς, επειδή από τους περισσότερους αμφισβητούνται τα μέλλοντα να συμβούν, τα βεβαιώνει με εκείνα που συνέβησαν στο παρελθόν, για να διεγείρει τον νου τους και να δείξει μαζί με όσα ειπώθηκαν και τούτο, ότι δηλαδή και εκείνα που συνέβησαν στο παρελθόν, Εκείνος τα είχε κάμει.
Έπειτα πάλι αναφέρει άλλο σημείο, με όλα δε αυτά κάνει ολοφάνερο ότι δεν αγνοεί την ημέρα της παρουσίας. Ποιο λοιπόν είναι το σημείο αυτό; «Τότε δύο ἔσονται ἐν τῷ ἀγρῷ, ὁ εἷς παραλαμβάνεται καὶ ὁ εἷς ἀφίεται· δύο ἀλήθουσαι ἐν τῷ μυλῶνι, μία παραλαμβάνεται καὶ μία ἀφίεται· γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε ποίᾳ ὥρᾳ ὁ Κύριος ὑμῶν ἔρχεται(:η στενή σας μάλιστα σχέση και συμβίωση στη ζωή αυτή δεν θα σας εμποδίσει να χωριστείτε και να έχετε διαφορετική θέση ο ένας απ’ τον άλλο κατά τη Δευτέρα παρουσία. Πράγματι, τότε δύο θα είναι στον αγρό ο ένας παραλαμβάνεται απ’ τους αγγέλους για τον παράδεισο, κι ο άλλος αφήνεται για να τιμωρηθεί στην κόλαση. Δύο γυναίκες θα αλέθουν στον ίδιο μύλο η μία παραλαμβάνεται και η άλλη αφήνεται. Γρηγορείτε λοιπόν, διότι δεν ξέρετε ποια ώρα έρχεται ο Κύριός σας, και συνεπώς πρέπει να είστε πάντοτε έτοιμοι)»[Ματθ.24, 40-42]. Όλα αυτά είναι δείγματα ότι γνωρίζει την ημέρα και ταυτοχρόνως τους εκτρέπει από την ερώτηση. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς ανέφερε και τις ημέρες του Νώε και για τον λόγο αυτόν είπε και το «δύο ἐπί κλίνης», για να δηλώσει τούτο, ότι θα έλθει εντελώς απροσδόκητα και ενώ αυτοί θα είναι αμέριμνοι, και «δύο ἀλήθουσαι(:δύο γυναίκες που αλέθουν)», που και αυτό είναι δείγμα αμεριμνησίας.
Και μαζί με αυτό αναφέρει ότι και υπηρέτες και κύριοι παραλαμβάνονται και αφήνονται αδιακρίτως, και εκείνοι που είναι ελεύθεροι και εκείνοι που κοπιάζουν, και από αυτήν την κοινωνική θέση και από την άλλη, όπως λέγει και στην Παλαιά Διαθήκη: «Καὶ τελευτήσει πᾶν πρωτότοκον ἐν γῇ Αἰγύπτῳ, ἀπὸ πρωτοτόκου Φαραώ, ὃς κάθηται ἐπὶ τοῦ θρόνου, καὶ ἕως πρωτοτόκου τῆς θεραπαίνης τῆς παρὰ τὸν μύλον καὶ ἕως πρωτοτόκου παντὸς κτήνους(:και θα πεθάνει αμέσως κάθε πρωτότοκο στη χώρα της Αιγύπτου, από τον πρωτότοκο υιό του Φαραώ, που κάθεται στον βασιλικό θρόνο του, μέχρι τον πρωτότοκο της φτωχής δούλης, που είναι δίπλα στον κοπιαστικό χερόμυλο και έως το πρωτογέννητο κάθε ζώου)» [Έξ.11,5]. Διότι επειδή είπε ότι δύσκολα σώζονται οι πλούσιοι[Ματθ.19,23: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν(:Αληθινά σας λέω ότι δύσκολα ένας πλούσιος άνθρωπος θα μπει στη βασιλεία των ουρανών)»], θέλει να δείξει ότι ούτε αυτοί οπωσδήποτε θα χαθούν, ούτε οι πτωχοί θα σωθούν όλοι, αλλά ότι και από τους μεν και από τους δε και θα σωθούν και θα χαθούν.
Εγώ όμως νομίζω πως θέλει να φανερώσει και ότι η Παρουσία θα γίνει κατά τη διάρκεια της νυκτός. Διότι αυτό λέγει και ο Λουκάς [Λουκά 11,34: «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ὅταν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, καὶ ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινόν ἐστιν. Ἐπὰν δὲ πονηρὸς ᾖ, καὶ τὸ σῶμά σου σκοτεινόν(:Αλλά για να απολαύσει κανείς το σωτηριώδες αυτό φως, πρέπει να έχει και το λυχνάρι της ψυχής σε καλή κατάσταση. Και για να το καταλάβετε αυτό καλύτερα, σας λέω το εξής: Το λυχνάρι που δίνει φως στο σώμα είναι το μάτι. Όταν λοιπόν το μάτι σου είναι υγιές, τότε και όλο το σώμα σου θα είναι γεμάτο φως. Όταν όμως το λυχνάρι του σώματος, δηλαδή το μάτι σου, είναι χαλασμένο, τότε και όλο το σώμα σου είναι γεμάτο σκοτάδι. Έτσι και η ψυχή σου. Θα φωτίζεται απ’ το φως της διδασκαλίας μου και της ζωής μου, όταν ο νους σου και η καρδιά δεν είναι άρρωστα και πονηρά. Αντίθετα η ψυχή σου θα είναι γεμάτη σκοτάδι, όταν ο νους σου έχει βλαβεί)»]. Βλέπεις πώς τα γνώριζε όλα με ακρίβεια;
Έπειτα πάλι, για να μη ρωτήσουν, πρόσθεσε: «Διὰ τοῦτο καὶ ὑμεῖς γίνεσθε ἕτοιμοι, ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται (:Γι’ αυτό κι εσείς, αφού δεν ξέρετε πότε θα έλθει ο Κύριος, πρέπει να ετοιμάζεστε διαρκώς· διότι ο υιός του ανθρώπου, ο Θεάνθρωπος Κύριος, έρχεται για τον καθένα από εσάς με τον θάνατο και για όλους μαζί κατά τη δευτέρα Του παρουσία σε ώρα που δεν περιμένετε)»[Ματθ.24,42]. Δεν είπε «Δεν γνωρίζω», αλλά «δεν γνωρίζετε». Διότι, ενώ τους οδηγεί σε αυτήν σχεδόν την ώρα και τους στήνει, πάλι τους απομακρύνει από την ερώτηση, επειδή θέλει να τους κρατεί σε διαρκή αγωνία. Γι΄αυτό λέγει: «Γρηγορεῖτε», δείχνοντας ότι για τον λόγο αυτόν δεν τους αποκαλύπτει την ώρα.
«Ἐκεῖνο δὲ γινώσκετε ὅτι εἰ ᾔδει ὁ οἰκοδεσπότης ποίᾳ φυλακῇ ὁ κλέπτης ἔρχεται, ἐγρηγόρησεν ἂν καὶ οὐκ ἂν εἴασε διορυγῆναι τὴν οἰκίαν αὐτοῦ. διὰ τοῦτο καὶ ὑμεῖς γίνεσθε ἕτοιμοι, ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται (:Από την πείρα σας μάλιστα γνωρίζετε κι εκείνο, ότι δηλαδή εάν γνώριζε ο οικοδεσπότης σε ποιο τρίωρο της νύχτας έρχεται ο κλέφτης, θα αγρυπνούσε και δεν θα άφηνε να του διαρρήξουν το σπίτι του. Γι’ αυτό κι εσείς, αφού δεν ξέρετε πότε θα έλθει ο Κύριος, πρέπει να ετοιμάζεστε διαρκώς. Διότι ο υιός του ανθρώπου, ο Θεάνθρωπος Κύριος, έρχεται για τον καθένα από εσάς με τον θάνατο και για όλους μαζί κατά τη δευτέρα Του παρουσία σε ώρα που δεν περιμένετε)»[Ματθ.24,43-44]. Γι΄αυτό δεν τους την αποκαλύπτει, για να αγρυπνούν, για να είναι πάντοτε έτοιμοι. Γι΄αυτό λέγει «όταν δεν θα περιμένετε, τότε θα έλθει», επειδή θέλει να βρίσκονται σε διαρκή αγωνία και πάντοτε στην αρετή. Εκείνο επίσης το οποίο εννοεί είναι το εξής: εάν γνώριζαν οι πολλοί πότε θα πεθάνουν, θα έδειχναν προθυμία κατά την ώρα εκείνη.
Για να μη δείχνουν λοιπόν ενδιαφέρον μόνο κατ’ εκείνη την ώρα, γι΄αυτό δεν τους αποκαλύπτει ούτε την κοινή ώρα, ούτε την ώρα του καθενός, επειδή θέλει να την περιμένουν διαρκώς, για να καταβάλλουν προσπάθεια πάντοτε. Γι΄αυτό έκαμε και το τέλος της ζωής του καθενός άγνωστο. Έπειτα, ονομάζει φανερά τον εαυτό Του Κύριο, ενώ δεν το έχει πει πουθενά τόσο σαφώς. Εδώ επίσης νομίζω ότι επιπλήττει τους οκνηρούς, διότι δεν δείχνουν τόσο ενδιαφέρον για την ψυχή τους, όσο ενδιαφέρον δείχνουν για τα χρήματά τους εκείνοι που περιμένουν κλέπτη. Διότι εκείνοι μεν όταν περιμένουν κλέφτη, αγρυπνούν και δεν αφήνουν τίποτε από όσα υπάρχουν μέσα να αρπαχτεί· «ενώ εσείς, αν και γνωρίζετε ότι θα έλθει, και θα έλθει οπωσδήποτε, δεν μένετε άγρυπνοι», λέγει, «και προπαρασκευασμένοι, ώστε να μην αφαρπαστείτε από εδώ απροετοίμαστοι». Για τον λόγο αυτόν η ημέρα των αδρανών και ραθύμων έρχεται προς όλεθρό τους. Διότι, όπως εκείνος, εάν γνώριζε την ημέρα, θα μπορούσε να διαφύγει τον όλεθρο, έτσι και εσείς, εάν είστε έτοιμοι, θα τον διαφύγετε. Έπειτα, επειδή αναφέρθηκε στην Κρίση, στρέφει τον λόγο και προς τους διδασκάλους, ομιλώντας περί τιμωρίας και αμοιβών· και αφού ανέφερε πρώτους τους ενάρετους, τελειώνει με τους αμαρτωλούς, κατακλείοντας τον λόγο με τις απειλές.
Για τον λόγο αυτόν πρώτα λέγει το εξής: «Τίς ἄρα ἐστὶν ὁ πιστὸς δοῦλος καὶ φρόνιμος, ὃν κατέστησεν ὁ κύριος αὐτοῦ ἐπὶ τῆς θεραπείας αὐτοῦ τοῦ διδόναι αὐτοῖς τὴν τροφὴν ἐν καιρῷ; Μακάριος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ὃν ἐλθὼν ὁ κύριος αὐτοῦ εὑρήσει ποιοῦντα οὕτως (:Ποιος άραγε να είναι ο έμπιστος δούλος και μυαλωμένος, στον οποίο ο Κύριος έδωσε ειδική εξουσία (στην Εκκλησία του) και τον εγκατέστησε επιστάτη για να φροντίζει τους άλλους δούλους και να τους δίνει την ανάλογη τροφή στον κατάλληλο χρόνο; Μακάριος κι ευτυχισμένος θα είναι ο δούλος εκείνος που, όταν έλθει ο Κύριός του, θα τον βρει να ενεργεί και να συμπεριφέρεται έτσι, φρόνιμα δηλαδή και πιστά)»[Ματθ.24,45-46]. Μήπως και αυτό είναι δείγμα άγνοιας; Πες μου. Διότι, εάν, επειδή είπε: «οὐδὲ ὁ υἱός οἶδεν» [βλ. Μάρκ.13,32: «Περὶ δὲ τῆς ἡμέρας ἐκείνης ἢ τῆς ὥρας οὐδεὶς οἶδεν, οὐδὲ οἱ ἄγγελοι ἐν οὐρανῷ, οὐδὲ ὁ υἱός, εἰ μὴ ὁ πατήρ(:Σχετικά τώρα με την ημέρα εκείνη και την ώρα που θα γίνει η δευτέρα παρουσία και η κρίση, δεν ξέρει κανείς πότε ακριβώς θα είναι αυτές, ούτε οι άγγελοι που είναι στον ουρανό, ούτε ο Υιός ως άνθρωπος, παρά μόνον ο Πατήρ)»],πεις ότι αγνοεί, τότε όταν είπε «Τίς ἄρα», τι θα πεις; Ή λέγεις ότι και αυτό το αγνοεί; Μακριά από εδώ τέτοια σκέψη· Διότι ούτε κανείς από τους αρνητές δεν θα το έλεγε αυτό· αν και εκεί θα μπορούσε να υπάρχει κάποια αιτία, ενώ εδώ ούτε αυτό υπάρχει.
Τι συμβαίνει λοιπόν όταν λέγει: «Σίμων Ἰωνᾶ, ἀγαπᾷς μὲ;(:Σίμων, γιε του Ιωνά, με αγαπάς;)» [Ιω. 21,15]. Επειδή ρωτά, ούτε αυτό γνωρίζει; Ή όταν λέγει για τον Λάζαρο «Ποῦ τεθείκατε αὐτόν;(:Πού τον έχετε ενταφιάσει;)» [Ιω.11,34]. Άλλωστε και ο Πατήρ εμφανίζεται να ομιλεί έτσι· διότι και Αυτός λέγει: «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;(:Αδάμ, πού είσαι;)» [Γέν.3,9]. Και: «κραυγὴ Σοδόμων καὶ Γομόρρας πεπλήθυνται πρός με, καὶ αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν μεγάλαι σφόδρα Καταβὰς οὖν ὄψομαι, εἰ κατὰ τὴν κραυγὴν αὐτῶν τὴν ἐρχομένην πρὸς με συντελοῦνται, εἰ δὲ μή, ἵνα γνῶ (: Φωνές πολλές και μεγάλες· κραυγές δυνατές, αγωνιώδεις ανεβαίνουν στον ουρανό προς εμένα από τα Σόδομα και τη Γομόρρα· είναι οι κραυγές που προέρχονται από τις μεγάλες και πολλές αμαρτίες τους. Οι αμαρτίες των κατοίκων των δύο αυτών πόλεων είναι τόσο μεγάλες, ώστε δεν μπορεί να τις βαστάσει πλέον η μακροθυμία μου. Πρέπει λοιπόν να κατέβω εκεί για να δω, εάν οι αμαρτίες τους γίνονται πράγματι, όπως ακριβώς ανεβαίνουν προς εμένα οι θρηνητικές κραυγές των αδικουμένων ή όχι. Θέλω να πληροφορηθώ, να μάθω εξ ιδίας αντιλήψεως, εάν οι άνθρωποι αυτοί πράττουν τόσες ασέλγειες)» [Γέν.18,20-21].
Και αλλού, επίσης, λέγει: «ἐὰν ἄρα ἀκούσωσιν ἢ πτοηθώσι - διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί - καὶ γνώσονται ὅτι προφήτης εἶ σὺ ἐν μέσῳ αὐτῶν(: και δεν είναι βέβαιο ότι θα σε ακούσουν ή θα φοβηθούν από τους λόγους σου, διότι είναι σκληροτράχηλοι και με παροργίζουν διαρκώς· θα αντιληφθούν όμως ότι εσύ είσαι Προφήτης μου ανάμεσά τους)»[Ιεζ.2,5]. Και στο Ευαγγέλιο επίσης: «Τί ποιήσω; Πέμψω τὸν υἱόν μου τὸν ἀγαπητόν· ἴσως τοῦτον ἰδόντες ἐντραπήσονται(:Τι να κάνω; Εάν στείλω κι άλλον δούλο, δεν υπάρχει ελπίδα να τον μεταχειριστούν κι αυτόν καλύτερα. Θα στείλω τον υιό μου τον αγαπητό. Ίσως όταν τον δουν, θα ντραπούν)» [Λουκά 20,13], τα οποία όλα είναι λόγοι αγνοίας.
Δεν τα έλεγε όμως επειδή τα αγνοούσε, αλλά για να ποριστεί εκείνα τα οποία αρμόζουν σε Αυτόν· στον μεν Αδάμ, για να τον ωθήσει σε ομολογία της αμαρτίας· στους Σοδομίτες, για να μας διδάξει ότι δεν πρέπει ποτέ να αποφαινόμαστε προτού μεταβούμε στα ίδια τα πράγματα. Στον προφήτη, για να μη νομιστεί από τους ανόητους ότι η προφητεία της παρακοής είναι τίποτε το αναγκαστικό· στην παραβολή του Ευαγγελίου, για να δείξει ότι είχαν υποχρέωση να το κάνουν και να ντραπούν τον Υιό· εδώ μάλιστα επιπλέον για να μην περιεργάζονται, ούτε να πολυπραγμονούν και για να δείξει το σπάνιο και πολύτιμο.
Και πρόσεξε πόσης αγνοίας είναι ενδεικτικός ο λόγος, εάν βεβαίως αγνοεί και αυτόν που καθιστά. Διότι τον μακαρίζει· διότι λέγει· «Μακάριος ο δούλος εκείνος», δεν λέγει όμως ποιος είναι αυτός. «Τίς ἄρα ἐστὶν ὁ πιστὸς δοῦλος καὶ φρόνιμος (:Ποιος άραγε να είναι ο έμπιστος δούλος και μυαλωμένος)», λέγει, «ὃν κατέστησεν ὁ κύριος αὐτοῦ ἐπὶ τῆς θεραπείας αὐτοῦ τοῦ διδόναι αὐτοῖς τὴν τροφὴν ἐν καιρῷ; (:στον οποίο ο Κύριος έδωσε ειδική εξουσία -στην Εκκλησία Του- και τον εγκατέστησε επιστάτη για να φροντίζει τους άλλους δούλους και να τους δίνει την ανάλογη τροφή στον κατάλληλο χρόνο;)»[Ματθ.24,45]; Και: «Μακάριος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ὃν ἐλθὼν ὁ κύριος αὐτοῦ εὑρήσει ποιοῦντα οὕτως(:Μακάριος κι ευτυχισμένος θα είναι ο δούλος εκείνος που, όταν έλθει ο Κύριός του, θα τον βρει να ενεργεί και να συμπεριφέρεται έτσι, φρόνιμα δηλαδή και πιστά)»[Ματθ.24,46].
Αυτά μάλιστα δεν λέγονται μόνο για τα χρήματα, αλλά και για τον λόγο και για τη δύναμη και για τα χαρίσματα και για κάθε διαχείριση η οποία έχει ανατεθεί στον καθένα. Αυτή η παραβολή θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στους πολιτικούς άρχοντες. Διότι ο καθένας πρέπει να χρησιμοποιεί ό,τι έχει για το κοινό συμφέρον. Εάν έχεις σοφία, ή εξουσία, ή πλούτο, ή οτιδήποτε, μην το χρησιμοποιείς για να βλάπτεις τους συνδούλους σου, ούτε για την καταστροφή σου. Για τον λόγο αυτόν λοιπόν ζητεί από αυτόν και τα δύο τη φρόνηση και την εμπιστοσύνη· διότι η αμαρτία γίνεται από ανοησία.
Τον ονομάζει λοιπόν τον δούλο αυτόν «πιστόν(:έμπιστο)» μεν, διότι, από όσα ανήκαν στον Δεσπότη, τίποτε δεν σφετερίστηκε, ούτε σπατάλησε αλογίστως και ασκόπως· «φρόνιμον» δε, διότι γνώριζε να διαχειρίζεται όπως έπρεπε αυτά που του δόθηκαν. Διότι και των δύο έχουμε ανάγκη· και να μη σφετεριζόμαστε όσα ανήκουν στον Δεσπότη, και να τα διαχειριζόμαστε όπως πρέπει. Εάν μάλιστα το ένα από τα δύο απουσιάζει, το άλλο χωλαίνει. Διότι, εάν είναι έμπιστος και δεν κλέπτει, σπαταλά όμως και δεν ξοδεύει όσα πρέπει, είναι μέγα το έγκλημα· εάν δε γνωρίζει να τα διαχειρίζεται καλώς, αλλά κλέπτει, πάλι η κατηγορία δεν είναι μικρή. Ας τα ακούσουμε αυτά και όσοι έχουμε χρήματα· διότι δεν ομιλεί μόνο προς διδασκάλους, αλλά και προς τους πλουσίους· διότι και στους δύο εμπιστεύθηκε πλούτο· τον μεν περισσότερο απαραίτητο στους διδασκάλους, τον δε λιγότερο σε σας.
Όταν λοιπόν, ενώ οι διδάσκοντες διαμοιράζουν εκείνα που είναι ανώτερα, εσείς δεν θέλετε να δείξετε ούτε στα κατώτερα μεγαλοψυχία, ή μάλλον όχι μεγαλοψυχία αλλά ευγνωμοσύνη(διότι θα δώσετε αυτά που ανήκουν σε άλλους), ποια δικαιολογία θα έχετε; Αλλά κατά πρώτον, πριν από την τιμωρία εκείνων που κάνουν τα αντίθετα, ας ακούσουμε την τιμή αυτού που διακρίνεται. «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐπὶ πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτοῦ καταστήσει αὐτόν (:Αληθινά σας λέω ότι θα τον εγκαταστήσει επιστάτη και διαχειριστή σ’ όλα τα υπάρχοντά του)»[Ματθ.24,47]. Τι θα μπορούσε να γίνει αντάξιο αυτής της τιμής; Ποιος λόγος θα μπορέσει να περιγράψει την αξία και την ευτυχία, όταν ο βασιλιάς των ουρανών και Αυτός που κατέχει τα πάντα, θα καταστήσει άνθρωπο ως διαχειριστή όλων των υπαρχόντων Του; Γι'αυτό και τον αποκαλεί φρόνιμο τον δούλο αυτόν, διότι ήξερε να μην αντιπαρέλθει τα μεγάλα για χάρη των μικρών, και διότι με το να φανεί λογικός εδώ, κέρδισε τους ουρανούς.
Έπειτα, πράγμα το οποίο κάνει πάντοτε, δεν προσπαθεί να διορθώσει τον ακροατή μόνο με την τιμή η οποία επιφυλάσσεται για τους αγαθούς, αλλά και με την τιμωρία η οποία επισείεται για τους πονηρούς. Γι΄ αυτό και πρόσθεσε: «Ἐὰν δὲ εἴπῃ ὁ κακὸς δοῦλος ἐκεῖνος ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, χρονίζει ὁ κύριός μου ἐλθεῖν καὶ ἄρξηται τύπτειν τοὺς συνδούλους αὐτοῦ, ἐσθίῃ δὲ καὶ πίνῃ μετὰ τῶν μεθυόντων ἥξει ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἐν ἡμέρᾳ ᾗ οὐ προσδοκᾷ καὶ ἐν ὥρᾳ ᾗ οὐ γινώσκει καὶ διχοτομήσει αὐτόν, καὶ τὸ μέρος αὐτοῦ μετὰ τῶν ὑποκριτῶν θήσει· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων (:Εάν όμως πει από μέσα του ο κακός εκείνος δούλος: “Aργεί να έλθει ο κύριός μου” κaι αρχίσει να χρησιμοποιεί εγωιστικά την εξουσία του και να χτυπά τους συνδούλους του, να τρώει μάλιστα και να πίνει με εκείνους που μεθούν, ζητώντας με κάθε τρόπο να ευχαριστήσει τον εαυτό του θα έλθει ο Κύριος του δούλου εκείνου μια μέρα που δεν θα τον περιμένει και κάποια ώρα που δεν θα την υποψιάζεται και τότε θα τον τεμαχίσει στα δύο παίρνοντας την ψυχή του με αιφνιδιαστικό θάνατο, και θα τον ρίξει στον τόπο που τιμωρούνται οι υποκριτές. Εκεί οι άνθρωποι θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους)»[Ματθ.24,48-51].
Εάν μάλιστα κανείς πει: «Είδες ποιος συλλογισμός ίσως του έλθει στον νου, επειδή δεν ήταν γνωστή η ημέρα; Διότι λέγει: “Χρονίζει ὁ κύριός μου ἐλθεῖν (:αργεί ο Κύριός μου να έλθει)”» θα του λέγαμε ότι αυτό έγινε, όχι επειδή ήταν άγνωστη η ημέρα, αλλά διότι ήταν πονηρός ο δούλος. Για ποιον λόγο δεν ήλθε και στον νου του φρονίμου και έμπιστου η ίδια σκέψη; Διότι τι και αν αργεί ο δεσπότης, άθλιε, αφού πάντοτε τον περιμένεις να έλθει; Γιατί λοιπόν δεν ενδιαφέρεσαι; Από εδώ επίσης μαθαίνουμε ότι δεν αργεί να έλθει. Διότι αυτή η απόφανση δεν ήταν του δεσπότου, αλλά του πονηρού δούλου· γι΄αυτό και κατηγορείται.
Ότι μάλιστα δεν αργεί, άκουσε τον Παύλο ο οποίος λέγει: «Ὁ Κύριος ἐγγύς. Μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ' ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν(:Ο Κύριος πλησιάζει να έλθει και Αυτός θα αποδώσει στον καθένα ό,τι του ανήκει. Μην κυριεύεστε από αγωνιώδη φροντίδα για τίποτε, αλλά για καθετί που σας παρουσιάζεται, να κάνετε γνωστά τα αιτήματά σας στον Θεό με την προσευχή και τη δέηση, οι οποίες πρέπει να συνοδεύονται και με ευχαριστία για όσα ο Θεός μας έδωσε)»[Φιλιπ.4,6] και «Ἒτι γὰρ μικρὸν ὅσον, ὁ ἐρχόμενος ἥξει καὶ οὐ χρονιεῖ(:Δείξτε υπομονή, διότι ακόμη πολύ λίγος χρόνος υπολείπεται, και ο Κύριος που τον περιμένουμε και πάλι να έλθει, θα έλθει και δεν θα βραδύνει)» [Εβρ. 10,37].
Εσύ όμως άκουσε και τα ακόλουθα και μάθε πως υπενθυμίζει συνεχώς την άγνοια της ημέρας, δηλώνοντας έτσι στους δούλους ότι αυτό είναι χρήσιμο και αρκετό να τους αφυπνίσει και να τους κάμει να ορθοποδήσουν. Τι και αν μερικοί δεν κέρδισαν τίποτε από αυτά; Διότι ούτε και όμως αυτοί δεν παύουν να κάνουν αυτό που νομίζουν. Γιατί λοιπόν λέγει τα ακόλουθα; «Ἣξει ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἐν ἡμέρᾳ ᾗ οὐ προσδοκᾷ καὶ ἐν ὥρᾳ ᾗ οὐ γινώσκει καὶ διχοτομήσει αὐτόν, καὶ τὸ μέρος αὐτοῦ μετὰ τῶν ὑποκριτῶν θήσει· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων(:θα έλθει ο Κύριος του δούλου εκείνου μια μέρα που δεν θα τον περιμένει και κάποια ώρα που δεν θα την υποψιάζεται και τότε θα τον τεμαχίσει στα δύο παίρνοντας την ψυχή του με αιφνιδιαστικό θάνατο, και θα τον ρίξει στον τόπο που τιμωρούνται οι υποκριτές. Εκεί οι άνθρωποι θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους)»[Ματθ.24,50-51] και θα του επιβάλει τις έσχατες ποινές.
Βλέπεις πώς και σε κάθε περίπτωση τοποθετεί την άγνοια, δείχνοντας ότι είναι χρήσιμος και διατηρώντας με τον τρόπο αυτό σε διαρκή αγωνία; Διότι αυτό είναι εκείνο που επιδιώκει, να μας κρατεί διαρκώς σε εγρήγορση. Και επειδή διαρκώς κλίνουμε προς τις απολαύσεις, ενώ με τις συμφορές περιοριζόμαστε περισσότερο, γι’ αυτό το τονίζει παντού, ότι όταν υπάρχει άνεση, τότε έρχονται οι συμφορές. Και όπως ανωτέρω το ανέφερε αυτό μεν για τον Νώε, έτσι και εδώ λέγει, ότι όταν ο δούλος εκείνος μεθάει, όταν χτυπά, τότε και η τιμωρία του είναι ανυπόφορος. Αλλά ας μην δούμε μόνο την τιμωρία η οποία αναμένει εκείνον, αλλά ας προσέξουμε και αυτό, μήπως και εμείς κάνουμε τα ίδια χωρίς να το γνωρίζουμε.
Διότι με αυτόν ομοιάζουν εκείνοι που έχουν χρήματα και δεν δίνουν στους πτωχούς. Διότι και εσύ είσαι διαχειριστής των χρημάτων σου, όχι λιγότερο από εκείνον που διαχειρίζεται τα χρήματα της Εκκλησίας. Όπως λοιπόν εκείνος δεν έχει δικαίωμα, εκείνα που του δίνετε για τους πτωχούς, να τα σκορπίσει αλογίστως και στην τύχη, επειδή του δόθηκαν για τη διατροφή των πτωχών, έτσι πάλι όλα είναι του Θεού. Έπειτα, εσύ μεν όταν δίνεις κάτι, θέλεις να το λάβεις και πάλι με μεγάλη ακρίβεια· ο Θεός όμως δεν νομίζεις ότι θα ζητήσει με πολλή βιαιότητα τα δικά Του, αλλά ότι θα ανέχεται απλώς να τα βλέπει να χάνονται;
Δεν είναι όμως έτσι, δεν είναι έτσι. Άλλωστε, γι΄αυτό σου τα άφησε αυτά, για να τους δώσεις την τροφή εν καιρώ. Τι σημαίνει «ἐν καιρῷ»; Στους φτωχούς και πεινασμένους. Διότι όπως εσύ έδωσες στον σύνδουλό σου να τα διαχειριστεί, έτσι θέλει και ο δεσπότης να δαπανήσεις και εσύ αυτά όπως πρέπει. Γι΄αυτό και ενώ μπορούσε να τα αφαιρέσει, σου τα άφησε, για να έχεις τη δυνατότητα να επιδείξεις πράξεις αρετής· για να κάνει την αγάπη των ανθρώπων μεταξύ τους πιο θερμή, με το να εγκαταστήσει αρωγούς στις μεταξύ τους ανάγκες. Εσύ όμως αφού τα έλαβες, όχι μόνο δεν δίδεις, αλλά και κτυπάς. Αν και, εάν το να μη δίνεις είναι αμάρτημα, το να χτυπήσεις, ποια συγχώρηση επιδέχεται;
Νομίζω επίσης ότι το λέγει αυτό υπαινισσόμενος τους υβριστές και τους πλεονέκτες και απαγγέλλοντας βαριά κατηγορία εναντίον τους, διότι χτυπούν εκείνους, τους οποίους πήραν εντολή να διατρέφουν. Νομίζω μάλιστα ότι εδώ υπαινίσσεται και εκείνους που επιδίδονται στις απολαύσεις· διότι και εναντίον της απολαύσεως προβλέπεται μεγάλη τιμωρία. Διότι λέγει: «Τρώγει και πίνει μαζί με μέθυσους», εννοώντας τη γαστριμαργία. Διότι δεν τα έλαβες γι΄αυτό, για να τα σπαταλήσεις σε απολαύσεις, αλλά για να τα καταναλώσεις σε ελεημοσύνες. Μήπως άλλωστε έχεις τα δικά σου; Σου έχουν εμπιστευτεί αυτά που ανήκουν στους φτωχούς, έστω και αν συμβαίνει να τα έχεις αποκτήσει με κόπους δικαίους ή από πατρική κληρονομία. Μήπως δεν μπορούσε ο Θεός να σου τα αφαιρέσει; Δεν το κάνει όμως αυτό, αλλά σε κάνει κύριο της περιουσίας που προορίζεται για τους φτωχούς.
Εσύ όμως κάνε μου τη χάρη να προσέξεις με ποιον τρόπο σε όλες τις παραβολές τιμωρεί εκείνους που χρησιμοποιούν τα δικά Του χρήματα, που προορίζονται για τους φτωχούς. Διότι ούτε οι παρθένοι άρπαξαν τα ξένα χρήματα, αλλά δεν έδωσαν τα δικά τους· ούτε ο δούλος που έκρυψε το ένα τάλαντο στη γη, πήρε περισσότερα, αντιθέτως δεν το διπλασίασε· ούτε όσοι παραμέλησαν τους φτωχούς τιμωρούνται επειδή άρπαξαν τα ξένα πράγματα, αλλά διότι δεν μοίρασαν τα δικά τους, όπως και ο δούλος αυτός.
Ας τα ακούσουμε λοιπόν όλοι όσοι τρώμε υπερβολικά, όλοι όσοι καταδαπανούμε σε πολυτελή δείπνα τον πλούτο, ο οποίος δεν μας αρμόζει καθόλου, αλλά ανήκει στους φτωχούς. Διότι, επειδή από μεγάλη αγάπη σου έδωσε εντολή να δίνεις σαν να είναι δικά σου, μη νομίσεις εξαιτίας αυτού ότι είναι και πράγματι δικά σου. Σε χρησιμοποίησε, για να μπορέσεις να διακριθείς. Μη νομίζεις λοιπόν ότι είναι δικά σου, όταν δίνεις σε Αυτόν τα δικά Του. Διότι ούτε και εσύ, εάν δάνειζες σε κάποιον, για να μπορέσει, όταν φύγει, να έχει κάποια μέσα βιοπορισμού, θα έλεγες ότι είναι δικά του τα χρήματα. Και σε εσένα λοιπόν έδωσε ο Θεός, για να κερδίσεις τον ουρανό. Μην κάνεις λοιπόν τη μεγάλη φιλανθρωπία Του υπόθεση αγνωμοσύνης. Κατανόησε πόση προσευχή θα χρειαζόταν το να μπορέσεις μετά το βάπτισμα να βρεις τρόπο συγχωρήσεως των αμαρτημάτων. Εάν δεν έλεγε αυτό: «Δώσε ελεημοσύνη», πόσοι θα έλεγαν: «Μακάρι να ήταν δυνατόν να δώσουμε χρήματα και να απαλλαγούμε από τις μέλλουσες συμφορές»; Τώρα όμως που αυτό έγινε δυνατόν, υπανεχώρησαν.
«Αλλά δίνω», λέγει ίσως κάποιος. Και τι σημασία έχει αυτό; Διότι ποτέ δεν έδωσες τόσο, όσο η γυναίκα που έριξε τους δύο οβολούς[Μάρκ.12,41-44: «Καὶ καθίσας ὁ Ἰησοῦς κατέναντι τοῦ γαζοφυλακίου ἐθεώρει πῶς ὁ ὄχλος βάλλει χαλκὸν εἰς τὸ γαζοφυλάκιον.Καὶ πολλοὶ πλούσιοι ἔβαλλον πολλά· καὶ ἐλθοῦσα μία χήρα πτωχὴ ἔβαλε λεπτὰ δύο, ὅ ἐστι κοδράντης. Καὶ προσκαλεσάμενος τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλε τῶν βαλλόντων εἰς τὸ γαζοφυλάκιον·πάντες γὰρ ἐκ τοῦ περισσεύματος αὐτοῖς ἔβαλον· αὕτη δὲ ἐκ τῆς ὑστερήσεως αὐτῆς πάντα ὅσα εἶχεν ἔβαλεν, ὅλον τὸν βίον αὐτῆς(:Τότε ο Ιησούς κάθισε απέναντι απ’ το θησαυροφυλάκιο του ναού και παρατηρούσε πώς ο πολύς λαός έριχνε χάλκινα κέρματα στο θησαυροφυλάκιο. Και πολλοί πλούσιοι έριχναν πολλά. Ήλθε και μια φτωχή χήρα κι έριξε δύο λεπτά, δηλαδή έναν κοδράντη. Κάλεσε τότε ο Ιησούς τους μαθητές του και τους είπε: Αληθινά σας λέω ότι η φτωχή αυτή χήρα έριξε περισσότερα απ’ όλους αυτούς που ρίχνουν χρήματα στο θησαυροφυλάκιο· διότι όλοι αυτοί έριξαν απ’ το περίσσευμά τους. Αυτή όμως έριξε από το υστέρημά της και από την τέλεια φτώχεια της όλα όσα είχε, όλη την περιουσία της)»]. Ή μάλλον, ούτε το ήμισυ, ούτε πολλοστημόριο εκείνης, αλλά σκορπίζεις τα περισσότερα σε ανωφελείς δαπάνες, σε συμπόσια και μεθύσια και ασωτίες του χειρίστου είδους, άλλοτε μεν προσκαλώντας και άλλοτε προσκαλούμενος· άλλοτε μεν σπαταλώντας και άλλοτε εξαναγκάζοντας άλλους να σπαταλούν, σε τρόπο ώστε να σου επιβληθεί διπλή η τιμωρία, και για όσα εσύ ο ίδιος κάνεις, και για όσα προτρέπεις τους άλλους να κάνουν.
Δες λοιπόν ότι και αυτός ο δούλος για τον λόγο αυτόν κατηγορείται. Διότι λέγει: «Τρώει και πίνει με μέθυσους». Διότι δεν τιμωρεί μόνο εκείνους που μεθούν, αλλά και εκείνους που βρίσκονται μαζί τους· και πολύ δίκαια, διότι μαζί με τη δική τους διαφθορά παραβλέπουν και τη σωτηρία των πλησίον. Τον Θεό μάλιστα τίποτε δεν Τον εξοργίζει τόσο, όσο η παραμέληση των προς τον πλησίον καθηκόντων. Για τον λόγο αυτόν και είπε ότι η αγάπη αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα των μαθητών Του [Ιω.13,35: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις(:απ’ αυτό θα μάθουν όλοι ότι είστε δικοί μου μαθητές, από το αν δηλαδή έχετε αγάπη μεταξύ σας. Η αγάπη αυτή θα σας εξασφαλίσει την αναγνώριση, τον σεβασμό και την εκτίμηση των ανθρώπων περισσότερο από τη θαυματουργική σας δράση)»], επειδή είναι φυσικό εκείνος που αγαπά να φροντίζει για όσα αφορούν αυτόν που αγαπά.
Αυτήν λοιπόν την οδό ας ακολουθήσουμε· διότι κυρίως αυτήν είναι εκείνη η οποία οδηγεί προς τον ουρανό, εκείνη η οποία μας κάνει, όσο είναι δυνατόν, ομοίους προς τον Θεό. Πρόσεξε λοιπόν και τις αρετές αυτές, οι οποίες υπάρχουν στην οδό αυτήν και οι οποίες είναι περισσότερο αναγκαίες. Και εάν θέλετε, θα τις εξετάσουμε και θα εκφέρουμε τα συμπεράσματά μας με βάση τη γνώμη του Θεού.
Ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν δύο οδοί ενάρετης ζωής· και η μεν μία κάνει καλό αυτόν που την ακολουθεί, ενώ η άλλη κάνει καλό και τον πλησίον. Ας δούμε ποια επιτυγχάνει περισσότερο και μας οδηγεί στην κορυφή της αρετής. Οπωσδήποτε εκείνος μεν ο οποίος επιδιώκει μόνο τα δικά του, και από τον Παύλο θα δεχτεί άπειρες επικρίσεις- και όταν λέγω από τον Παύλο, εννοώ από τον Χριστό-, ενώ αυτός θα δεχτεί επαίνους και τιμές. Από πού είναι φανερό αυτό; Άκουσε τι λέγει σε τούτον και σε εκείνον: «Μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος(:ας μην ζητά εγωιστικά κανείς ό,τι του αρέσει ή ό,τι τον συμφέρει, αλλά ο καθένας ας ζητά το συμφέρον και την πνευματική ωφέλεια του άλλου)» [Α΄Κορ.10,24]. Βλέπεις ότι το μεν ένα το απέκλεισε, ενώ το άλλο το καθιέρωσε;
Και παρακάτω πάλι λέγει: «Ἓκαστος ἡμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν(:ο καθένας μας δηλαδή, ας γίνεται αρεστός στον πλησίον του για να συντελεί στο καλό του και να τον οικοδομεί στην αρετή)» [Ρωμ.15,2]. Έπειτα, μαζί με την παραίνεση ακολουθεί και ο απερίγραπτος έπαινος· «καὶ γὰρ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτῷ ἤρεσεν, ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σὲ ἐπέπεσον ἐπ' ἐμέ. (:διότι και ο Χριστός δεν απέφυγε εκείνα που ήσαν κοπιαστικά και δυσάρεστα στον εαυτό του, ούτε προτίμησε τα αναπαυτικά και τιμητικά, αλλά καθώς αναφέρεται στην Αγία Γραφή: “Οι ύβρεις και οι βλασφημίες εκείνων, που σε βλασφημούν, ουράνιε Πατέρα, έπεσαν πάνω μου”)» [Ρωμ.15,3].
Και μόνο οι γνώμες αυτές είναι αρκετές να αποδείξουν τον ισχυρισμό μας, για να γίνει όμως περισσότερο φανερό, ας δούμε ποια μεν από τις αρετές παραμένει σε μας, και ποια από εμάς μεταβαίνει και στους άλλους. Βεβαίως η νηστεία και ο καταγής ύπνος και η άσκηση της παρθενίας και η σωφροσύνη, αυτά ωφελούν μόνον εκείνους που τα ασκούν. Εκείνα όμως που από μας μεταβαίνουν στον πλησίον είναι η ελεημοσύνη, η διδασκαλία, η αγάπη. Άκουσε λοιπόν και εδώ τον Παύλο που λέγει: «Καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι(: και εάν διαθέσω όλα τα υπάρχοντά μου για να θρέψω με ψωμιά τους φτωχούς και εάν παραδώσω το σώμα μου για να καώ, δεν έχω όμως αγάπη, δεν ωφελούμαι τίποτε από τις θυσίες αυτές)» [Α΄Κορ.13,3].
Βλέπεις ότι η αγάπη μόνη σαφώς αναγνωρίζεται και εξαίρεται; Εάν, μάλιστα, θέλετε να προσθέσουμε και τρίτο παράδειγμα. Ένας νηστεύει και να πολιτεύεται με σωφροσύνη και μαρτυρεί και κατακαίεται· ένας άλλος όμως αναβάλλει το μαρτύριο χάριν της οικοδομής του πλησίον· και όχι μόνο αναβάλλει, αλλά και φεύγει χωρίς να μαρτυρήσει. Ποιος θα διακριθεί περισσότερο μετά την αποδημία τους από εδώ; Δεν μας χρειάζονται πολλοί λόγοι εδώ, ούτε μακρά επιχειρηματολογία. Διότι παρίσταται ο μακάριος Παύλος ο οποίος εκφέρει τη γνώμη λέγοντας: «Συνέχομαι δὲ ἐκ τῶν δύο, τὴν ἐπιθυμίαν ἔχων εἰς τὸ ἀναλῦσαι καὶ σὺν Χριστῷ εἶναι. Πολλῷ γὰρ μᾶλλον κρεῖσσον· τὸ δὲ ἐπιμένειν ἐν τῇ σαρκὶ ἀναγκαιότερον δι' ὑμᾶς (:και τα δύο με συνεπαίρνουν και με συνέχουν, και η επιθυμία της ζωής και η επιθυμία του θανάτου. Και υπερισχύει η επιθυμία να φύγω απ’ τη ζωή αυτή και να είμαι μαζί με τον Χριστό· διότι αυτό είναι ασυγκρίτως καλύτερο για μένα. Το να παραμείνω όμως με το σώμα μου στη ζωή αυτή είναι αναγκαιότερο για την πνευματική σας ωφέλεια)» [Φιλιπ. 1,23-24], και ο οποίος Παύλος από την προς τον Χριστό αποδημία, προτίμησε την οικοδομή του πλησίον. Διότι αυτό κυρίως σημαίνει «σὺν Χριστῷ εἶναι», το να κάνουμε το θέλημά Του. Και θέλημα Αυτού δεν είναι τίποτε τόσο, όσο εκείνο που συμφέρει στον πλησίον.
Θέλεις να σου αναφέρω και τέταρτη απόδειξη αυτού; Λέγει: «Ὅτε οὖν ἠρίστησαν, λέγει τῷ Σίμωνι Πέτρῳ ὁ Ἰησοῦς· Σίμων Ἰωνᾶ, ἀγαπᾷς μὲ πλεῖον τούτων; Λέγει αὐτῷ· ναί, Κύριε, σὺ οἶδᾳς ὅτι φιλῶ σε. Λέγει αὐτῷ· βόσκε τὰ ἀρνία μου (:Όταν λοιπόν πήραν το πρωινό τους, είπε ο Ιησούς στο Σίμωνα Πέτρο: “Σίμων, γιε του Ιωνά, με αγαπάς περισσότερο απ’ αυτούς, τους άλλους μαθητές, όπως μου έλεγες με καύχηση τη νύχτα της συλλήψεώς μου;” Ο Πέτρος τώρα, διδαγμένος από το πάθημά του, με λόγια ταπεινοφροσύνης του λέει: “Ναι, Κύριε, εσύ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ”. Του λέει ο Ιησούς: “Βόσκε τα λογικά αρνιά της πνευματικής μου ποίμνης και φρόντιζε να τρέφονται και να οικοδομούνται με τη διδασκαλία της αλήθειας και με κάθε μέσο πνευματικής παιδαγωγίας”)» [Ιω.21,15]. Και αφού τον ρώτησε τρεις φορές, είπε ότι αυτό είναι η απόδειξη της αγάπης.
Αυτό μάλιστα δεν ειπώθηκε μόνο στους ιερείς, αλλά και στον καθένα από εμάς, στους οποίους έχει ανατεθεί η φροντίδα και μικρού έστω ποιμνίου, μην τυχόν επειδή είναι μικρό το περιφρονήσεις. Διότι «ο Πατήρ μου», λέγει, «έδειξε σε αυτούς την ευαρέσκειά Του» [Λουκά 12,32: «Μὴ φοβοῦ τὸ μικρὸν ποίμνιον· ὅτι εὐδόκησεν ὁ πατὴρ ὑμῶν δοῦναι ὑμῖν τὴν βασιλείαν (:Μην ανησυχείς για τα υλικά αγαθά και μη φοβάσαι, μικρό μου ποίμνιο, που φαίνεσαι μικρό σε σχέση με το πλήθος των απίστων˙ διότι σε σας ευαρεστήθηκε ο Πατέρας σας να δώσει τη βασιλεία των ουρανών. Εάν λοιπόν σας δίνει τόσο μεγάλη δωρεά και απόλαυση, πολύ περισσότερο θα σας δώσει τα πρόσκαιρα και τα επίγεια)»].
Ο καθένας από εμάς έχει ένα πρόβατο· ας οδηγήσει αυτό στις νομές που πρέπει. Και ο άντρας όταν εγερθεί από την κλίνη του, ας μην επιζητεί τίποτε άλλο, παρά πώς θα κάνει και θα πει πράγματα με τα οποία ολόκληρη την οικία θα την κάνει περισσότερο ευλαβή. Η γυναίκα πάλι ας μένει να φυλάσσει την οικία, αλλά πριν από τη φροντίδα αυτήν ας έχει άλλη φροντίδα περισσότερο αναγκαία, πώς ολόκληρη η οικία θα κάνει εκείνα με τα οποία θα κερδίσει τον ουρανό. Διότι, εάν στα βιοτικά, πριν από την επιμέλεια της οικίας, φροντίζουμε να πληρώσουμε τα δημόσια χρέη μας, για να μη φτάσουμε, από ασυνέπεια σε αυτά, να δερόμαστε και να συρόμαστε στην αγορά και να υπομένουμε άπειρες ταπεινώσεις, πολύ περισσότερο αυτό πρέπει να το κάνουμε στα πνευματικά πράγματα, να εκπληρώσουμε τα χρέη μας προς τον βασιλέα των όλων Θεό, για να μην οδηγηθούμε εκεί όπου είναι ο βρυγμός των οδόντων.
Και ας επιδιώκουμε τις αρετές εκείνες οι οποίες, μαζί με τη δική μας σωτηρία, θα μπορούσαν να ωφελήσουν τα μέγιστα και τους πλησίον. Τέτοια είναι η ελεημοσύνη, τέτοια είναι η προσευχή· ή μάλλον και αυτή από εκείνην παίρνει δύναμη και γίνεται ελαφρά. Διότι λέγει: «Αἱ προσευχαί σου καὶ αἱ ἐλεημοσύναι σου ἀνέβησαν εἰς μνημόσυνον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ (:Οι προσευχές σου και οι ελεημοσύνες σου ανέβηκαν στον ουρανό ως προσφορά ευπρόσδεκτη στον Θεό και ως μια ενθύμηση για να μη σε ξεχνά ποτέ)» [Πράξ.10,4]. Όχι μόνο μάλιστα η προσευχή, αλλά και η νηστεία από αυτήν αποκτά ζωή. Αν νηστεύεις χωρίς ελεημοσύνη, δεν λογαριάζεται αυτό ως νηστεία, αλλά είσαι χειρότερος από εκείνον που τρώγει και μεθά, και τόσο χειρότερος, όσο χειρότερη είναι η σκληρότητα από την απαλότητα.
Και γιατί λέγω τη νηστεία; Διότι και αν πολιτεύεσαι με σωφροσύνη, και αν διάγεις βίο παρθενικό, θα μείνεις έξω από τον νυμφώνα, εάν δεν έχεις ελεημοσύνη. Αν και ποιο πράγμα είναι ισάξιο της παρθενίας, η οποία ούτε στην Καινή Διαθήκη δεν υπήχθη στην ανάγκη του νόμου, εξαιτίας της υπεροχής της; Και όμως απορρίπτεται, όταν δεν έχει την ελεημοσύνη. Εάν λοιπόν απορρίπτονται οι παρθένοι, επειδή δεν είχαν αυτήν με όση έπρεπε αφθονία, ποιος θα μπορέσει να τύχει συγνώμης χωρίς αυτήν; Δεν υπάρχει κανείς, αλλά θα απολεσθεί οπωσδήποτε κατ’ ανάγκην εκείνος που δεν έχει ελεημοσύνη. Διότι, εάν στα βιοτικά κανείς δεν ζει για τον εαυτό του, αλλά και ο τεχνίτης και ο στρατιώτης και ο γεωργός και ο έμπορος συντελούν όλοι στο κοινό συμφέρον και το ωφέλιμο στον πλησίον, πολύ περισσότερο στα πνευματικά πρέπει να γίνεται αυτό. Διότι αυτό κυρίως είναι ζωή· ενώ εκείνος που ζει μόνο για τον εαυτό του και παραμελεί τους πάντες, είναι περιττός και δεν είναι άνθρωπος, ούτε από το δικό μας γένος.
«Ποιο το όφελος όμως», λέγει ίσως κάποιος, «εάν παραμελήσω τα δικά μου, επιδιώκοντας εκείνα που ωφελούν τους άλλους;». Δεν είναι δυνατόν όταν επιδιώκεις όσα ωφελούν τους άλλους, να παραμελήσεις τα δικά σου. Διότι εκείνος που επιδιώκει τα των άλλων, δεν στενοχωρεί κανένα, αλλά αντιθέτως τους ελεεί όλους και τους ωφελεί όσο μπορεί. Από κανένα δεν θα αρπάξει, κανένα δεν θα εξαπατήσει, ούτε θα κλέψει, ούτε θα ψευδομαρτυρήσει. Θα απόσχει από κάθε κακία, θα επιχειρήσει κάθε αρετή, θα προσευχηθεί υπέρ των εχθρών του και θα ευεργετήσει εκείνους που ζητούν το κακό του. Και ούτε θα υβρίσει κανένα, ούτε θα τον κακολογήσει, έστω και αν ακούσει αμέτρητα κακά, αλλά θα πει τα λόγια του αποστόλου: «Τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; Τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι;(:Ποιος ασθενεί και δεν ασθενώ και εγώ; Ποιος από τους Χριστιανούς ασθενεί πνευματικά ή και σωματικά και δεν ασθενώ και εγώ μαζί του; Ποιος σκοντάφτει και πέφτει στην αμαρτία και δεν καίγομαι και εγώ στην κάμινο της θλίψεως και της ντροπής;)» [Β΄Κορ.11,29]. Ενώ εάν επιδιώκουμε τα δικά μας, δεν είναι βέβαιο ότι θα επιδιώξουμε και τα των άλλων.
Αφού πειστήκαμε από όλα αυτά, ότι δεν είναι δυνατόν να σωθούμε εάν δεν αποβλέπουμε στο κοινό συμφέρον και αφού είδαμε τον δούλο που διχοτομήθηκε και εκείνον που έκρυψε το τάλαντο στη γη, ας προτιμήσουμε αυτήν την οδό, για να κερδίσουμε και την αιώνια ζωή, την οποία εύχομαι να επιτύχουμε όλοι, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα αιωνίως. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΟΖ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 12, σελίδες 40-77.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου