Προϋποθέσεις Ιερωσύνης και προσόντα υποψηφίων
Του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου
Η
μεγάλη σπουδαιότητα του ιερατικού αξιώματος, όθεν, δημιουργεί και
διαγράφει την ιδιαίτερη σοβαρότητα αλλά και τους τρόπους με τους οποίους
οφείλεται να αντιμετωπίζεται από πριν, τόσον από τους υποψηφίους όσον
και από τους εκλέκτορές τους, τους επισκόπους.
πηγή:http://www.apostoliki-diakonia.gr
Οι υποψήφιοι.
Βασική
και απαραίτητη προϋπόθεση για τους υποψηφίους του ιερατικού αξιώματος
είναι να διερευνήσουν από πριν πολύ προσεκτικά τον εαυτό τους, όλες τις
προσωπικές δυνάμεις και ικανότητές τους, σωματικές, ηθικές, ψυχικές· να
κάνουν προσεκτική αυτοεξέταση και εφόσον οι διαπιστώσεις τους από τον
έλεγχον αυτόν είναι θετικές και ευνοούν την απόφασή τους να ιερωθούν,
τότε και μόνον θα μπορούν να προσέλθουν στην Ιερωσύνη, να τη δεχθούν και
να αναλάβουν την υψηλή διακονία.
Διότι, άλλως καμία πρόφαση και καμία
δικαιολογία δεν θα είναι ικανές να τον απαλλάξουν από τη θεία τιμωρία, η
οποία θα είναι σκληρή, εάν πράγματι δεν είναι ικανός και δεν μπορεί να
αποκριθεί πλήρως στα ιερατικά καθήκοντα. Διότι, λέγει, «τα
ελαττώματα των αρχόντων - ιερέων κατέστησαν πολλούς πιστούς
ραθυμότερους στην επιδίωξη της αρετής και οκνηρούς στην εργασία για την
επίτευξη σπουδαίων πραγμάτων. Για τον λόγο αυτό, συνεχίζει, πρέπει το
κάλλος της ψυχής του ιερωμένου να λάμπει παντού για να ευφραίνει και
ταυτόχρονα να μπορεί να φωτίζει τις ψυχές των βλεπόντων. Διότι τα
αμαρτήματα των απλών ανθρώπων ομοιάζουν ωσάν να διαπράττονται στο
σκοτάδι και βλάπτουν μόνον τους ιδίους. Το αμάρτημα, το οποιοδήποτε,
όμως του επιφανή και γνωστού άνδρα (ιερέως) προκαλεί βλάβη σε όλους τους
ανθρώπους...». Και παρατηρεί, υπογραμμίζοντας, ότι οι άνθρωποι
δεν μετρούν την αμαρτίαν καθ εαυτόν, δεν μετριέται το μέγεθος του
γεγονότος, αλλά μετριέται κατά την αξίαν του προσώπου που διαπράττει το
αμάρτημα.
Κατ΄
αρχήν θα πρέπει να διαπιστωθεί αντικειμενικά ότι ο υποψήφιος ιερεύς
διαθέτει σύνεση, αυτοθυσία, κλίση προς την Ιερωσύνην, σεμνότητα, επαρκή
μόρφωση, διδακτική ικανότητα, αλλά και σωματική και πνευματική υγεία για
να μπορέσει να ανταποκριθεί στα πολλαπλά ιερατικά καθήκοντά του. Χωρίς
με αυτό, λέγει, να μειώνω την σημασία της ευλαβείας ή τον σεβασμόν προς
την ηλικίαν, όμως ούτε η ευλάβεια ούτε το γήρας μόνα τους καθιστούν τον
υποψήφιον κατάλληλον για την Ιερωσύνην. Χαρακτηριστικά ερωτά· Γιατί θα
πρέπει να τον προάγομεν, αν παρα όλην την ηλικίαν του εξακολουθεί να
είναι ακατάλληλος δια την Ιερωσύνην· το νεαρόν της ηλικίας δεν είναι
εμπόδιον δια την Ιερωσύνην όπως δεν είναι προσόν το γήρας. Οι νέοι,
βεβαίως, δεν δύνανται να ελκύσουν την εμπιστοσύνην του ποιμνίου, αλλά
όταν διακρίνονται δια τα άλλα τους προσόντα μπορούν ανέτως να εκλεγούν.
Δια την καλή διαποίμανση της Εκκλησίας, τονίζει, απαιτείται κάτι
περισσότερον από την αξιέπαινη άσκηση - ευλάβεια και την αγιότητα του
βίου. Απαιτούνται πνευματικά και διοικητικά προσόντα.
Προκειμένου
δε περί της ηθικής διαγωγής του, το ηθικόν παράδειγμα της ζωής του
είναι ικανό στοιχείο να ενδυναμώσει τον ζήλο των πιστών. Για αυτό θα
πρέπει να κάνει το παν να το αποκτήσει ή να είναι κάτοχος των
απαραιτήτων ηθικών προσόντων για να διακονήσει το σώμα του Χριστού, την
Εκκλησία, το σύνολον των πιστών. Εφ όσον, κατά τον Απ. Παύλον, η
Εκκλησwα είναι το σώμα του Χριστού θα πρέπει, όποιος αναλαμβάνει την
διακονία του σώματος αυτού να εργάζεται μέσα στην Εκκλησία για το Χριστό
και να προσέχει ιδιαιτέρως μήπως υπάρχει κάποιος σπίλος ή ρυτίδα ή
ο,τιδήποτε άλλο, το οποίον μπορεί να αλλάξει ή να καταστρέψει την
ωραιότητα και ευπρέπεια του έργου του.
Λόγω
ακριβώς των πολλών δυσκολιών και μεγάλων απαιτήσεων τις οποίες έχει το
ιερατικόν έργον θα πρέπει ο (υποψήφιος) ιερεύς να διαθέτει ανεξάντλητη
ψυχική και θεϊκή δύναμη.
Δεν
θα πρέπει να εκνευρίζεται με τις ανυπόστατες κατηγορίες ούτε με τις
παράλογες αιτιάσεις, αλλά θα πρέπει να ανέχεται όλες τις ιδιοτροπίες και
επικρίσεις των ανθρώπων, οι οποίοι, ενώ δεν προσφέρουν, αντιθέτως για
να δικαιολογήσουν τις δικές τους παραλείψεις και ασυνέπειες, κατακρίνουν
δικαίως ή αδίκως τις περισσότερες φορές και διαδίδουν ότι ο ιερεύς ή ο
επίσκοπος κλέβει από την Εκκλησία τις εισφορές των πτωχών πιστών ή
κατατρώγει και αρπάζει από τους αδυνάτους το υστέρημά τους.
Όλος
ο κόσμος απαιτεί πολλά από τον ιερέα ή τον επίσκοπον, έστω και αν αυτός
ο κόσμος δεν προσφέρει τίποτε στην Εκκλησία και στο έργο τους. Γι αυτό
λέγει χαρακτηριστικά «ε, λοιπόν, αυτή η ιερατική
εξουσία, το ιερατικό αξίωμα, όχι μόνο δεν παρέχει καμιά ευχαρίστηση, αλλ
αντιθέτως είναι συγχρόνως η χειρίστη δουλεία». Είναι λοιπόν ο
ιερεύς κατώτερος δούλος. Αυτά τα εγνώριζε ο ιερός πατήρ και γι αυτό δεν
ήθελε να δεχθεί την Ιερωσύνην, την οποίαν όμως τελικά όχι μόνον εδέχθη
αλλά και υπηρέτησε υποδειγματικά για όλες τις μετέπειτα γενιές.
Γι
αυτό, τονίζει υπερβαλλόντως ότι, προκειμένου να προσέλθει κανείς στο
ιερατικό αξίωμα οφείλει να έχει βαθειά συναίσθηση της μεγάλης ευθύνης
την οποίαν αναλαμβάνει και των πολλών και ποικίλων δυσκολιών τις οποίες
θα έχει να αντιμετωπίσει. Η διακυβέρνηση των εκκλησιαστικών πραγμάτων
και η προστασία των ψυχών πρέπει να ανατίθεται σε ανθρώπους οι οποίοι
διακρίνονται δια την ηθικήν τους ανωτερότητα και όχι σε ακατάλληλους και
ανάξιους, οπότε η Εκκλησία δεν διαφέρει από τα κοσμικά πράγματα και
ομοιάζει με τα παλιρροϊκά νερά του πορθμού του Ευρίπου. Ακόμη, λέγει,
για την Ιερωσύνην ότι πρόκειται καθαρά περί τέχνης της ψυχής.
http://orthodox-world.pblogs.gr/2009/01/pro-potheseis-ierwsynhs-prosonta-ypopshfiwn-kata-ton-agio-iwannh.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου